reviewΑνασκόπησηchevron down
1 / 26
Έξοδος
1-
always
2-
rarely
3-
often
4-
usually
5-
finally
6-
never
7-
hardly ever
8-
sometimes
9-
normally
10-
recently
11-
slowly
12-
easily
13-
carefully
14-
quickly
15-
quietly
16-
well
17-
really
18-
pretty
19-
fairly
20-
awfully
21-
very
22-
quite
23-
almost
24-
rather
25-
too
26-
much
always
always
επίρρημα
a
ɔ:
l
l
w
w
a
e
y
ɪ
s
z
Spelling
Κλείσιμο
Σύνδεση
(διαρκώς)

(διαρκώς)

πάντα

at all times, without any exceptions

example
Παράδειγμα
Click on words
The train is always crowded during rush hour.
The clock always ticks steadily.

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επίρρημα Συχνότητας
rarely
rarely
επίρρημα
r
r
a
ɛ
r
r
e
l
l
y
i
(αραιά)

(αραιά)

σπάνια

on a very infrequent basis

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επίρρημα Συχνότητας
often
often
επίρρημα
o
ɔ:
f
f
t
e
ə
n
n
(τακτικά)

(τακτικά)

συχνά

on many occasions

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επίρρημα Συχνότητας
usually
usually
επίρρημα
u
ju:
s
ʒ
ua
ə
ll
l
y
i
(κατά κανόνα)

(κατά κανόνα)

συνήθως

in most situations or under normal circumstances

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επίρρημα Συχνότητας
finally
επίρρημα
f
f
i
n
n
a
ə
ll
l
y
i
(έπειτα από πολύ καιρό)

(έπειτα από πολύ καιρό)

τελικά

after a long time, usually when there has been some difficulty

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επίρρημα Χρόνου
never
never
επίρρημα
n
n
e
ɛ
v
v
e
ə
r
r
(κανένα φορά)

(κανένα φορά)

ποτέ

not at any point in time

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επίρρημα Συχνότητας
hardly ever
hardly ever
επίρρημα
uk flag
/hˈɑːɹdli ˈɛvɚ/
(σπάνια)

(σπάνια)

σχεδόν ποτέ

in a manner that almost does not occur or happen

sometimes
sometimes
επίρρημα
s
s
o
ʌ
m
m
e
t
t
i
m
m
e
s
z
(καμιά φορά)

(καμιά φορά)

μερικές φορές

on some occasions but not always

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επίρρημα Συχνότητας
normally
normally
επίρρημα
n
n
o
ɔ
r
r
m
m
a
ə
ll
l
y
i
(συνήθως)

(συνήθως)

κανονικά

under regular or usual circumstances

Γραμματικές Πληροφορίες:

Επίρρημα Συχνότητας
recently
recently
επίρρημα
r
r
e
i
c
s
e
ə
n
n
t
t
l
l
y
i
(τελευταία)

(τελευταία)

πρόσφατα

at or during a time that is not long ago

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επίρρημα Χρόνου
slowly
slowly
επίρρημα
s
s
l
l
o
w
l
l
y
i
(αργά)

(αργά)

σιγά σιγά

at a pace that is not fast

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρήματα Τρόπου
easily
easily
επίρρημα
ea
i
s
z
i
ə
l
l
y
i
(άνετα)

(άνετα)

εύκολα

with no problem or difficulty

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρήματα Τρόπου
carefully
carefully
επίρρημα
c
k
a
ɛ
r
r
e
f
f
u
ə
ll
l
y
i
(με προσοχή)

(με προσοχή)

προσεκτικά

with a lot of care or attention

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρήματα Τρόπου
quickly
quickly
επίρρημα
q
k
u
w
i
ɪ
ck
k
l
l
y
i
(ταχύτατα)

(ταχύτατα)

γρήγορα

with a lot of speed

Γραμματικές Πληροφορίες:

Επιρρήματα Τρόπου
quietly
quietly
επίρρημα
q
k
u
w
ie
aɪə
t
t
l
l
y
i
(σιωπηλά)

(σιωπηλά)

ήσυχα

in a way that produces little or no noise

Γραμματικές Πληροφορίες:

Επιρρήματα Τρόπου
well
well
επίρρημα
w
w
e
ɛ
ll
l
N/A

N/A

in a way that is right or satisfactory

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρήματα Τρόπου
really
επίρρημα
r
r
ea
i:ə
ll
l
y
i
(πραγματικά)

(πραγματικά)

όντως

used to put emphasis on a statement

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
pretty
pretty
επίρρημα
p
p
r
r
e
ɪ
tt
t
y
i
(αρκετά)

(αρκετά)

πολύ

to a degree that is high but not very high

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
fairly
fairly
επίρρημα
f
f
ai
ɛ
r
r
l
l
y
i
(αρκετά)

(αρκετά)

μάλλον

more than average, but not too much

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
awfully
awfully
επίρρημα
a
ɑ
w
f
f
u
ll
l
y
i
(τρομακτικά)

(τρομακτικά)

απίστευτα

to a very great or extreme extent or degree

Γραμματικές Πληροφορίες:

Επιρρημα Βαθμού
very
very
επίρρημα
v
v
e
ɛ
r
r
y
i
(πάρα)

(πάρα)

πολύ

to a great extent or degree

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
quite
quite
επίρρημα
q
k
u
w
i
t
t
e
(εντελώς)

(εντελώς)

πολύ

to the highest degree

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
almost
almost
επίρρημα
a
ɔ
l
l
m
m
o
s
s
t
t
(παρά λίγο)

(παρά λίγο)

σχεδόν

used to say that something is nearly the case but not completely

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
rather
rather
επίρρημα
r
r
a
æ
th
ð
e
ə
r
r
(κατά κάποιον τρόπο)

(κατά κάποιον τρόπο)

μάλιστα

to some extent or degree

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
too
too
επίρρημα
t
t
oo
u:
(υπερβολικά)

(υπερβολικά)

πολύ

to an extent that is more than enough

Γραμματικές Πληροφορίες:

Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
much
much
επίρρημα
m
m
u
ʌ
ch
ʧ
(εν πολλοίς)

(εν πολλοίς)

πολύ

to a large extent or degree

Γραμματικές Πληροφορίες:

Επιρρημα Βαθμού

Συγχαρητήρια! !

Έμαθες 26 λέξεις από English Result Upper-Intermediate - Unit 1 - 1B. Για να βελτιώσεις τη μάθηση και την επανάληψη του λεξιλογίου, ξεκίνα να εξασκείσαι!

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

practice