1-
a little
2-
a lot
3-
quite
4-
extremely
5-
very
6-
really
7-
incredibly
8-
rather
9-
slightly
10-
a bit
a little
/ɐ lˈɪɾəl/
Κλείσιμο
Σύνδεση
(κάποιο λίγο)
λίγο
a small amount
Παράδειγμα
Click on words
She was a little late to the meeting due to traffic.
Could you add a little more salt to enhance the flavor?
Γραμματικές Πληροφορίες:
Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
a lot
/ɐ lˈɑːt/

(αρκετά)
πολύ
to a large degree
Γραμματικές Πληροφορίες:
Επιρρημα Βαθμού
quite
q
k
u
w
i
aɪ
t
t
e

(εντελώς)
πολύ
to the highest degree
Γραμματικές Πληροφορίες:
Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
extremely
e
ɪ
x
ks
t
t
r
r
e
i
m
m
e
l
l
y
i

(πολύ)
εξαιρετικά
to a very great amount or degree
Γραμματικές Πληροφορίες:
Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
very
v
v
e
ɛ
r
r
y
i

(πάρα)
πολύ
to a great extent or degree
Γραμματικές Πληροφορίες:
Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
really
r
r
ea
i:ə
ll
l
y
i

(πραγματικά)
όντως
used to put emphasis on a statement
Γραμματικές Πληροφορίες:
Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
incredibly
i
ɪ
n
n
c
k
r
r
e
ɛ
d
d
i
ə
b
b
l
l
y
i

(παρατραβηγμένα)
απίστευτα
to a very great degree
Γραμματικές Πληροφορίες:
Επιρρημα Βαθμού
rather
r
r
a
æ
th
ð
e
ə
r
r

(κατά κάποιον τρόπο)
μάλιστα
to some extent or degree
Γραμματικές Πληροφορίες:
Ασύγκριτος
Επιρρημα Βαθμού
slightly
s
s
l
l
i
aɪ
gh
t
t
l
l
y
i

(λίγο)
ελαφρώς
in a small amount, extent, or level
Γραμματικές Πληροφορίες:
Επιρρημα Βαθμού
a bit
/ɐ bˈɪt/

(κάπως)
λίγο
to a small extent or degree
Γραμματικές Πληροφορίες:
Επιρρημα Βαθμού
Συγχαρητήρια! !
Έμαθες 10 λέξεις από Insight Pre-Intermediate - Unit 4 - 4E. Για να βελτιώσεις τη μάθηση και την επανάληψη του λεξιλογίου, ξεκίνα να εξασκείσαι!
Ανασκόπηση
Κάρτες
Ορθογραφία
Κουίζ
