reviewΑνασκόπησηchevron down
Ρήματα Κίνησης /

Ρήματα για την αλλαγή στην ταχύτητα της κίνησης

1 / 14
Έξοδος
1-
to speed up
2-
to accelerate
3-
to rev up
4-
to brake
5-
to decelerate
6-
to slacken
7-
to slow down
8-
to stop
9-
to halt
10-
to park
11-
to pull up
12-
to pull in
13-
to pull over
14-
to draw up
to speed up
to speed up
ρήμα
uk flag
/spˈiːd ˈʌp/
Spelling
Κλείσιμο
Σύνδεση
(επισπεύδω)

(επισπεύδω)

ταχύνομαι

to become faster

decelerate
example
Παράδειγμα
Click on words
The river currents began to speed up after heavy rainfall in the upstream areas.
As the storm approached, the winds began to speed up, causing trees to sway vigorously.

Γραμματικές Πληροφορίες:

Αμετάβατος
Κατάσταση Φράσης
inseparable
ρήμα της φράσης
speed
μόριο της φράσης
up
to accelerate
to accelerate
ρήμα
a
æ
cc
ks
e
ɛ
l
l
e
ɜ
r
r
a
t
t
e
(ενισχύω)

(ενισχύω)

ταχύνω

to make a vehicle, machine or object move more quickly

decelerate

Γραμματικές Πληροφορίες:

Μεταβατικός
to rev up
to rev up
ρήμα
uk flag
/ɹˈɛv ˈʌp/
(αυξάνω την ταχύτητα του κινητήρα)

(αυξάνω την ταχύτητα του κινητήρα)

ανασηκώνω τον κινητήρα

to increase the speed of an engine

Γραμματικές Πληροφορίες:

Μεταβατικός
Κατάσταση Φράσης
inseparable
ρήμα της φράσης
rev
μόριο της φράσης
up
to brake
to brake
ρήμα
b
b
r
r
a
k
k
e
(σταματώ)

(σταματώ)

φρενάρω

to slow down or stop a moving car, etc. by using the brakes

Γραμματικές Πληροφορίες:

Αμετάβατος
to decelerate
to decelerate
ρήμα
d
d
e
ɪ
c
s
e
ɛ
l
l
e
ɜ
r
r
a
t
t
e
(μειώνω ταχύτητα)

(μειώνω ταχύτητα)

αργοποιώ

to slow down or reduce the speed of something

accelerate

Γραμματικές Πληροφορίες:

Μεταβατικός
to slacken
to slacken
ρήμα
s
s
l
l
a
æ
ck
k
e
ə
n
n
(επιβραδύνομαι)

(επιβραδύνομαι)

χαλαρώνω

Disapproving

to reduce in speed

Γραμματικές Πληροφορίες:

Αμετάβατος
to slow down
to slow down
ρήμα
uk flag
/sloʊ ˈdaʊn/
(μειώνω την ταχύτητα)

(μειώνω την ταχύτητα)

κατεβάζω ταχύτητα

to make something go at a slower speed or pace

Γραμματικές Πληροφορίες:

Μεταβατικός
Κατάσταση Φράσης
separable
ρήμα της φράσης
slow
μόριο της φράσης
down
to stop
to stop
ρήμα
s
s
t
t
o
ɑ
p
p
(παύω)

(παύω)

σταματώ

to not move anymore

start

Γραμματικές Πληροφορίες:

Αμετάβατος
to halt
to halt
ρήμα
h
h
a
ɔ
l
l
t
t
(παύω)

(παύω)

σταματώ

to make someone or something stop

Γραμματικές Πληροφορίες:

Μεταβατικός
to park
to park
ρήμα
p
p
a
ɑ:
r
r
k
k
(παρκάρω)

(παρκάρω)

σταθμεύω

to move a car, bus, etc. into an empty place and leave it there for a short time

Γραμματικές Πληροφορίες:

Μεταβατικός
to pull up
to pull up
ρήμα
uk flag
/pˈʊl ˈʌp/
(παρκάρω)

(παρκάρω)

σταματώ (για όχημα)

(of a vehicle) to come to a stop

Γραμματικές Πληροφορίες:

Αμετάβατος
Κατάσταση Φράσης
separable
ρήμα της φράσης
pull
μόριο της φράσης
up
to pull in
to pull in
ρήμα
uk flag
/pˈʊl ˈɪn/
(σταματώ)

(σταματώ)

παρκάρω

to direct a vehicle to move to the side of the road or to another location where it can stop

Γραμματικές Πληροφορίες:

Αμετάβατος
Κατάσταση Φράσης
inseparable
ρήμα της φράσης
pull
μόριο της φράσης
in
to pull over
to pull over
ρήμα
uk flag
/pˈʊl ˈoʊvɚ/
(καλείω να σταματήσει)

(καλείω να σταματήσει)

σταματώ στην άκρη

to signal or direct a driver to move their vehicle to the side of the road

Γραμματικές Πληροφορίες:

Μεταβατικός
Κατάσταση Φράσης
separable
ρήμα της φράσης
pull
μόριο της φράσης
over
to draw up
to draw up
ρήμα
uk flag
/dɹˈɔː ˈʌp/
(σταθμεύω)

(σταθμεύω)

σταματώ

to stop a vehicle, often in a particular location

Γραμματικές Πληροφορίες:

Μεταβατικός
Κατάσταση Φράσης
inseparable
ρήμα της φράσης
draw
μόριο της φράσης
up

Συγχαρητήρια! !

Έμαθες 14 λέξεις από Verbs for Change in Speed of Movement. Για να βελτιώσεις τη μάθηση και την επανάληψη του λεξιλογίου, ξεκίνα να εξασκείσαι!

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

practice