pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 3 - Μάθημα 1

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 3
to accouter

to provide with outstanding clothing and equipment

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to accouter"
accouterment

an additional item or clothing for a specific activity

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "accouterment"
faction

a small party of people within a larger one who have different thoughts and opinions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "faction"
factious

causing or tending to cause disagreements or arguments

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "factious"
to vilify

to spread bad and awful commentaries about someone in order to damage their reputation

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to vilify"
vilification

the action of damaging someone's reputation by portraying them as unfriendly and awful

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vilification"
parlor

a semiprivate sitting room in a hotel, club, etc. for conversations

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parlor"
parliament

the group of elected representatives whose responsibility is to create, amend, and discuss laws or address political matters

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parliament"
to evanesce

to slowly fade and disappear completely from one's view or memory

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to evanesce"
evanescence

the quality of swiftly fading away from one's vision or memory

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "evanescence"
evanescent

fading out of existence, mind, or sight quickly

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "evanescent"
objective

a goal that one wants to achieve

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "objective"
objector

an individual who displays their disagreement with something or someone

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "objector"
to remunerate

to make payment to someone for the service they have provided

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to remunerate"
remuneration

the amount of payment given to someone for the service they provided

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "remuneration"
extrajudicial

done outside the normal legal procedures or court system

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "extrajudicial"
extraordinary

very unusual, special, or surprising

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "extraordinary"
to overthrow

to forcefully remove a person of authority or power from their position

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to overthrow"
to overshadow

to cause a person or thing to come across as less significant

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to overshadow"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek