pattern

Βιβλίο Total English - Ενδιάμεσο - Ενότητα 6 - Μάθημα 1

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 6 - Μάθημα 1 στο βιβλίο μαθημάτων Total English Intermediate, όπως "σουβενίρ", "απίστευτο", "σημείωση" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Total English - Intermediate
diary

a book or journal in which one records personal experiences, thoughts, or feelings on a regular basis, usually on a daily basis

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diary"
email

a digital message that is sent from one person to another person or group of people using a system called email

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "email"
souvenir

something that we usually buy and bring back for other people from a place that we have visited on vacation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "souvenir"
incredible

too strange and impossible to believe

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "incredible"
bored

tired and unhappy because there is nothing to do or because we are no longer interested in something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bored"
loud

producing a sound or noise with high volume

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "loud"
quiet

with little or no noise

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quiet"
accident

an unexpected and unpleasant event that happens by chance, usually causing damage or injury

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "accident"
silent

having or making little or no sound

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "silent"
to catch one's eye

to attract the attention of a person

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [catch] {one's} eye"
to notice

to pay attention and become aware of a particular thing or person

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to notice"
photograph

a special kind of picture that is made using a camera in order to make memories, create art, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "photograph"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek