pattern

500 Πιο Συνηθισμένα Αγγλικά Επιρρήματα - Κορυφαία 101 - 125 Επιρρήματα

Εδώ σας παρέχεται το μέρος 5 της λίστας με τα πιο κοινά επιρρήματα στα αγγλικά όπως "πρόσφατα", "σχεδόν" και "κυρίως".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Most Common Adverbs in English Vocabulary
anymore

used to indicate that something that was once true or done is no longer the case

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anymore"
clearly

without any uncertainty

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clearly"
essentially

used to emphasize the nature or most important aspects of a person or thing

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "essentially"
at the same time

in a manner where two or more things happen together

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "at the same time"
recently

at or during a time that is not long ago

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "recently"
extremely

to a very great amount or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "extremely"
nearly

to a degree that is close to being complete

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nearly"
mostly

in a manner that indicates the majority of something is in a certain condition or of a certain type

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mostly"
generally

in a way that is true in most cases

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "generally"
directly

in a straight line from one point to another without turning or pausing

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "directly"
hopefully

used for expressing that one hopes something will happen

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hopefully"
necessarily

in a way that cannot be avoided

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "necessarily"
therefore

used to suggest a logical conclusion based on the information or reasoning provided

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "therefore"
anywhere

to, in, or at any place

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anywhere"
fully

to the highest extent or capacity

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fully"
incredibly

to a very great degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "incredibly"
specifically

only for one certain type of person or thing

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "specifically"
straight

in a manner that is not curved

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "straight"
unfortunately

used to express regret or say that something is disappointing or sad

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unfortunately"
truly

used for emphasizing a specific feature or quality

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "truly"
slightly

in a small amount, extent, or level

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "slightly"
slowly

at a pace that is not fast

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "slowly"
anyway

used when ending a conversation, or changing, or returning to a subject

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anyway"
currently

at the present time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "currently"
suddenly

in a way that is quick and unexpected

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "suddenly"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek