pattern

Βιβλίο Solutions - Στοιχειώδης - Μονάδα 7 - 7C

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 7 - 7Γ στο βιβλίο μαθημάτων Solutions Elementary, όπως "εγκατάσταση", "σάρωση", "τελικά" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Solutions - Elementary
to remove

to get rid of something, often by throwing it away or selling it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to remove"
to install

to add a piece of software to a computer system

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to install"
to turn on

to cause a machine, device, or system to start working or flowing, usually by pressing a button or turning a switch

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to turn on"
to connect

to join a device such as a computer or cell phone to a computer network or the Internet

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to connect"
to upload

to send an electronic file such as a document, image, etc. from one digital device to another one, often by using the Internet

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to upload"
to follow

to click on a particular link on the Internet

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to follow"
to delete

to remove a piece of data from a computer or smartphone

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to delete"
to restart

to start or turn on an engine or machine that has been stopped

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to restart"
to enter

to put or bring something into a particular location or object

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to enter"
to visit

to access and browse a website

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to visit"
to scan

to create a digital form of a picture or a document to store, edit, or view it on a computer

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to scan"
after

at a later time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "after"
finally

after a long time, usually when there has been some difficulty

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "finally"
first of all

used to introduce the first and essential point or reason when presenting a series of statements

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "first of all"
next

coming immediately after a person or thing in time, place, or rank

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "next"
now

at this moment or time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "now"
secondly

used to introduce the second point, reason, step, etc.

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "secondly"
then

after the thing mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "then"
thirdly

used to introduce the third point, reason, step, etc.

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thirdly"
to start off

to begin to act, happen, etc. in a particular manner

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to start off"
power

(physics) the measure of the rate at which work is done, and is typically measured in watts, which are equivalent to joules per second

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "power"
source

(technology) a process by which energy or a substance enters a system

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "source"
power cable

a cable designed to carry electrical current from a power source to a device or appliance that requires electricity to operate

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "power cable"
password

a secret group of letters or numbers that allows access to a computer system or service

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "password"
office

a place where people work, particularly behind a desk

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "office"
network

a number of interconnected electronic devices such as computers that form a system so that data can be shared

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "network"
to recycle

to make a waste product usable again

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to recycle"
bin

a container, usually with a lid, for putting waste in

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bin"
document

a computer file, book, piece of paper etc. that is used as evidence or a source of information

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "document"
desktop

an area on a computer where the icons of programs are displayed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "desktop"
memory stick

a small device used for storing or transferring data between electronic devices

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "memory stick"
computer

an electronic device that stores and processes data

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "computer"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek