pattern

Επιρρήματα Βαθμού - Επιρρήματα ακραίου βαθμού

Αυτά τα επιρρήματα χρησιμοποιούνται για να υποδείξουν ότι κάτι υπάρχει ή συμβαίνει περισσότερο από ό, τι είναι απαραίτητο ή επιθυμητό, ​​όπως "πολύ", "εξαιρετικά", "υπερβολικά" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Adverbs of Degree
too

to an extent that is more than enough

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "too"
extremely

to a very great amount or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "extremely"
excessively

to an extreme or unreasonable degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "excessively"
maximally

to the greatest or highest degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "maximally"
infinitely

to an extent or degree that is limitless

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "infinitely"
exceedingly

to an exceptional or remarkable degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exceedingly"
dramatically

to a significantly large extent or by a considerable amount

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dramatically"
greatly

to a great amount or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "greatly"
hugely

to an extensive degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hugely"
intensely

to a very great or extreme extent or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "intensely"
immensely

to a very great degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "immensely"
profusely

in a manner involving a large amount of something

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "profusely"
enormously

to a great or vast degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enormously"
overly

to an excessive degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "overly"
epically

in a manner that is heroic or impressive

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "epically"
exponentially

in a manner that becomes increasingly faster

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exponentially"
abundantly

in a very large amount or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "abundantly"
massively

to a large extent or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "massively"
beastly

to an extreme or intense degree, often in a negative or unfavorable way

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "beastly"
monumentally

in a manner that is of very high significance or scale

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "monumentally"
immeasurably

to a degree that cannot be measured

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "immeasurably"
inordinately

to an excessively or unusually high degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inordinately"
tremendously

to a great level or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tremendously"
staggeringly

to an astonishing or overwhelming degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "staggeringly"
profoundly

to a very high or exceptional degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "profoundly"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek