pattern

Φραστικά Ρήματα με Χρήση του 'Into', 'To', 'About' & 'For' - Συμμετοχή ή εμπειρία (σε)

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Phrasal Verbs With 'Into', 'To', 'About', & 'For'
to bump into

to unexpectedly meet someone, particularly someone familiar

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to bump into"
to drag into

to involve someone or something into a situation or conflict, often against their will

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to drag into"
to draw into

to involve someone in a discomforting or challenging situation

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to draw into"
to fly into

to suddenly and intensely enter a particular emotional or mental state

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fly into"
to get into

to become involved in or associated with a particular situation, activity, or group

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to get into"
to make into

to change a person or thing into another

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to make into"
to run into

to meet someone by chance and unexpectedly

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to run into"
to turn into

to change and become something else

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to turn into"
to walk into

to become involved in something unpleasant because of carelessness or ignorance

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to walk into"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek