pattern

Βιβλίο Headway - Στοιχειώδης - Ενότητα 7

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 7 στο βιβλίο μαθημάτων Headway Elementary, όπως "δυστυχώς", "άπταιστα", "προφανώς" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Headway - Elementary
sadly

in a sorrowful or regretful manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sadly"
quietly

in a way that produces little or no noise

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quietly"
carefully

with a lot of care or attention

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "carefully"
fortunately

used to express that something positive or favorable has happened or is happening by chance

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fortunately"
silently

without making any sound or noise

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "silently"
slowly

at a pace that is not fast

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "slowly"
quickly

with a lot of speed

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quickly"
unfortunately

used to express regret or say that something is disappointing or sad

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unfortunately"
seriously

to a degree or extent that is severe

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seriously"
fluently

in an easy, effortless, and correct manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fluently"
easily

with no problem or difficulty

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "easily"
calmly

without stress or strong emotion

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "calmly"
badly

to a great or serious degree or extent

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "badly"
hard

needing a lot of skill or effort to do

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hard"
obviously

in a way that is easily understandable or noticeable

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "obviously"
well

in a way that is right, good, or satisfactory

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "well"
immediately

in a way that is instant and involves no delay

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "immediately"
suddenly

in a way that is quick and unexpected

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "suddenly"
terrible

extremely bad or unpleasant

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "terrible"
bad

having a quality that is not satisfying

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bad"
fast

having a high speed when doing something, especially moving

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fast"
late

doing or happening after the time that is usual or expected

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "late"
long

(of two points) having an above-average distance between them

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "long"
to speak

to use one's voice to express a particular feeling or thought

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to speak"
to walk

to move forward at a regular speed by placing our feet in front of each other one by one

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to walk"
to drive

to control the movement and the speed of a car, bus, truck, etc. when it is moving

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to drive"
to win

to become the most successful, the luckiest, or the best in a game, race, fight, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to win"
to arrive

to reach a location, particularly as an end to a journey

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to arrive"
to sing

to use our voice in order to produce musical sounds in the form of a tune or song

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to sing"
to work

to do certain physical or mental activities in order to achieve a result or as a part of our job

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to work"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek