pattern

Βιβλίο Summit 2A - Ενότητα 3 - Μάθημα 4

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 3 - Μάθημα 4 στο βιβλίο μαθημάτων Summit 2A, όπως «ανδρεία», «άφοβα», «ηρωισμός» κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Summit 2A
brave

having no fear when doing dangerous or painful things

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "brave"
bravely

in a fearless manner that shows bravery or courage

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bravely"
bravery

readiness to face and endure danger or pain without any fear or hesitation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bravery"
confident

having a strong belief in one's abilities or qualities

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "confident"
confidently

in a way that shows confidence and trust in oneself or another person's abilities, plans, etc.

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "confidently"
confidence

the belief in one's own ability to achieve goals and get the desired results

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "confidence"
courageous

expressing no fear when faced with danger or difficulty

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "courageous"
courageously

in a manner that shows no fear when faced with danger or difficulty

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "courageously"
courage

the quality to face danger or hardship without giving in to fear

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "courage"
fearless

expressing no signs of fear in face of danger or difficulty

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fearless"
fearlessly

in a manner that is determined and free from fear

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fearlessly"
fearlessness

the quality that allows one to face danger or hardship without having fear

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fearlessness"
heroic

impressive and surpassing ordinary expectations, especially in size or scale

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "heroic"
heroically

in a noble or exceptionally brave manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "heroically"
heroism

the quality of showing great courage in face of situations involving serious danger or pain

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "heroism"
willing

eager, interested, or ready to do something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "willing"
willingly

in a manner that shows one is inclined or happy to do something

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "willingly"
willingness

the quality of being ready or glad to do something when the time comes or if the need arises

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "willingness"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek