pattern

Βιβλίο Four Corners 3 - Ενότητα 8 Μάθημα Γ

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 8 Μάθημα Γ στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 3, όπως "διαρροή", "επαναφορτιζόμενη", "γραμμή ρούχων" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 3
to buy

to get something in exchange for paying money

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to buy"
local

related or belonging to a particular area or place that someone lives in or mentions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "local"
to fix

to repair something that is broken

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fix"
leaky

having a hole or crack through which liquid or gas passes

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "leaky"
faucet

an object that controls the flow of liquid or gas from a container or pipe

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "faucet"
to grow

(of a plant) to naturally exist and develop

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to grow"
own

used for showing that someone or something belongs to or is connected with a particular person or thing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "own"
to pay

to give someone money in exchange for goods or services

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pay"
bill

a piece of printed paper that shows the amount of money a person has to pay for goods or services received

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bill"
online

connected to or via the Internet

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "online"
to take

to use a particular route or means of transport in order to go somewhere

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to take"
public transportation

the system of vehicles, such as buses, trains, etc. that are available to everyone and provided by the government or companies

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "public transportation"
to use

to do something with an object, method, etc. to achieve a specific result

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to use"
clothesline

a long rope or wire that washed clothes are hung on in order to get dried

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clothesline"
shopping bag

a bag made of cloth, paper, or plastic with two handles, used for carrying what you buy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shopping bag"
rechargeable

(of a battery or device) capable of being supplied with electrical power again

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rechargeable"
battery

an object that turns chemical energy to electricity to give power to a device or machine

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "battery"
tip

a helpful suggestion or a piece of advice

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tip"
environment

the natural world around us where people, animals, and plants live

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "environment"
will

used for forming future tenses

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "will"
might

used to express a possibility

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "might"
could

used to show the possibility of something happening or being the case

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "could"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek