pattern

Βιβλίο Four Corners 4 - Ενότητα 9 Μάθημα Β

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 9 Μάθημα Β στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 4, όπως "απίθανο", "σκεπτικός", "αμφιβολία" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 4
probability

the likelihood or chance of an event occurring or being true

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "probability"
improbability

a state where the likelihood of an event or outcome is very low or remote

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "improbability"
twin

either of two children born at the same time to the same mother

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twin"
to develop

to change and become stronger or more advanced

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to develop"
secret

a thing or fact that is known and seen by only one person or a few people and hidden from others

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "secret"
special

different or better than what is normal

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "special"
to doubt

to not believe or trust in something's truth or accuracy

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to doubt"
skeptical

having doubts about something's truth, validity, or reliability

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "skeptical"
pretty

to a degree that is high but not very high

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pretty"
probable

having a high possibility of happening or being true based on available evidence or circumstances

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "probable"
doubtful

(of a person) uncertain or hesitant about something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "doubtful"
unlikely

having a low chance of happening or being true

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unlikely"
body language

the nonverbal communication of thoughts, feelings, or intentions through physical gestures, posture, facial expressions, and movements

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "body language"
emotion

a strong feeling such as love, anger, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "emotion"
hairstyle

the way in which a person's hair is arranged or cut

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hairstyle"
memory

the ability of mind to keep and remember past events, people, experiences, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "memory"
dream

a series of images, feelings, or events happening in one's mind during sleep

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dream"
facial expression

a way of communicating emotions or attitudes through movements and positions of the face, such as smiling, frowning, or raising eyebrows

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "facial expression"
tone of voice

the way a person speaks, including how high or low their voice is, how loud or soft they speak, and the feelings they convey through their voice

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tone of voice"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek