pattern

Βιβλίο Face2face - Ενδιάμεσο - Ενότητα 3 - 3Β

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 3 - 3Β στο βιβλίο μαθημάτων Face2Face Intermediate, όπως «κρουαζιέρα», «ανεξάρτητα», «πακέτο διακοπές» κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Face2face - Intermediate
on one's own

without anyone else to support or accompany one

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "on {one's} own"
to get into

to enter or reach a location

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to get into"
to get out

to leave somewhere such as a room, building, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to get out"
trip

a journey that you take for fun or a particular reason, generally for a short amount of time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "trip"
to get back

to return to a place, state, or condition

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to get back"
guided

led or directed by a knowledgeable and experienced person, usually for the purpose of instruction, education, or tourism

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "guided"
tour

a journey for pleasure, during which we visit several different places

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tour"
independently

without being controlled or influenced by someone or something else

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "independently"
journey

the act of travelling between two or more places, especially when there is a long distance between them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "journey"
first class

the most luxurious seats on a plane, ship, or train

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "first class"
business class

a category of travel service offered by airlines, trains, etc., that is better than economy but not as luxurious as first class, particularly for those traveling on business

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "business class"
economy class

the cheapest accommodations on an airplane or train

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "economy class"
cruise

a journey taken by a ship for pleasure, especially one involving several destinations

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cruise"
here

at the position or place mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "here"
there

at a place that is not where the speaker is

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "there"
together

with something or someone else

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "together"
separately

in a way that is apart or independent

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "separately"
to get on

to enter a bus, ship, airplane, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to get on"
to get off

to leave a bus, train, airplane, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to get off"
bus

a large vehicle that carries many passengers by road

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bus"
plane

a winged flying vehicle driven by one or more engines

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plane"
train

a series of connected carriages that travel on a railroad, often pulled by a locomotive

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "train"
taxi

a car that has a driver whom we pay to take us to different places

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "taxi"
package holiday

a type of vacation where one buys one's flights, accommodation, and sometimes even activities all at once, often at a cheaper price

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "package holiday"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek