pattern

Βιβλίο Insight - Άνω του μεσαίου - Μονάδα 9 - 9Α

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 9 - 9Α στο βιβλίο μαθημάτων Insight Upper-Intermediate, όπως "emerge", "bulky", "resilient" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Insight - Upper-intermediate
to emerge

to become visible after coming out of somewhere

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to emerge"
technology

scientific knowledge put into practice in a particular area, especially in industry

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "technology"
start-up

a business or company that has just begun operation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "start-up"
tech

a type of educational institution that provides training and education in practical skills and applied sciences

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tech"
handset

the part of the phone held to the ear through which one can listen and speak

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "handset"
cord

a thin, flexible string or rope made of twisted strands of material such as cotton or nylon, used for binding things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cord"
keypad

a group of numbered buttons on a surface used for operating a TV, phone, computer, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "keypad"
headset

a device worn on the head that combines a headphone and microphone for listening and speaking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "headset"
earbuds

a very small device that we put on the opening outside of our ear canals to listen to music or sounds without others listening

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "earbuds"
bulky

large and occupying a significant amount of space, often hard to handle

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bulky"
cutting-edge

having the latest and most advanced features or design

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cutting-edge"
handy

efficient and functional

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "handy"
pricey

costing a lot of money

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pricey"
sleek

having a smooth and shiny texture, typically describing hair, fur, or skin that appears healthy and well-maintained

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sleek"
exorbitant

(of prices) unreasonably or extremely high

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exorbitant"
reasonable

not excessive or extreme; within sensible limits

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "reasonable"
fragile

easily damaged or broken

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fragile"
resilient

having the ability to return to its original shape or position after being stretched or compressed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "resilient"
cumbersome

challenging to manage or move due to size, weight, or awkward shape

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cumbersome"
elegant

(of a person) attractive, stylish, or beautiful

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "elegant"
plain

simple in design, without a specific pattern

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plain"
innovative

(of ideas, products, etc.) creative, original, and unlike anything else that exists

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "innovative"
useless

lacking purpose or function, and unable to help in any way

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "useless"
convenient

favorable or well-suited for a specific purpose or situation

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "convenient"
obsolete

outdated and gone out of style, often replaced by more current trends or advancements

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "obsolete"
hard-wearing

(of a material or product) durable and able to withstand frequent use or wear without showing signs of damage

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hard-wearing"
early adopter

a person or group who is among the first to embrace and use a new product, technology, or innovation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "early adopter"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek