pattern

Βιβλίο Total English - Ενδιάμεσο - Ενότητα 6 - Αναφορά - Μέρος 1

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 6 - Αναφορά - Μέρος 1 στο βιβλίο μαθημάτων Total English Intermediate, όπως "ορόσημο", "σαφάρι", "lush" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Total English - Intermediate
to cruise

to go on vacation by a ship or boat

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to cruise"
cultural

involving a society's customs, traditions, beliefs, and other related matters

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cultural"
historical

belonging to or significant in the past

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "historical"
capital

the city or town that is considered to be the political center of a country or state, from which the government operates

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "capital"
barren

(of land or soil) not capable of producing any plants

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "barren"
desert

a large, dry area of land with very few plants, typically one covered with sand

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "desert"
famous

known by a lot of people

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "famous"
landmark

a structure or a place that is historically important

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "landmark"
abroad

in or traveling to a different country

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "abroad"
sightseeing

the activity of visiting interesting places in a particular location as a tourist

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sightseeing"
to relax

to feel less worried or stressed

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to relax"
independent

describing a country, state, etc. that has its own government

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "independent"
adventure

an exciting or unusual experience, often involving risk or physical activity

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "adventure"
package

a box or container in which items are packed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "package"
beach

an area of sand or small stones next to a sea or a lake

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "beach"
camping

the activity of ‌living outdoors in a tent, camper, etc. on a vacation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "camping"
sailing

the practice of riding a boat as a hobby

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sailing"
local

related or belonging to a particular area or place that someone lives in or mentions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "local"
safari

a journey, typically for observing and photographing wild animals in their natural habitat, especially in African countries

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "safari"
unforgettable

so memorable that being forgotten is impossible

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unforgettable"
journey

the act of travelling between two or more places, especially when there is a long distance between them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "journey"
coastline

the boundary between land and water, particularly as seen on a map or from above

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coastline"
dramatic

surprising or stunning in appearance or effect

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dramatic"
green

having the color of fresh grass or most plant leaves

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "green"
lush

(of vegetation) growing densely and looking strong and healthy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lush"
mountain

a very tall and large natural structure that looks like a huge hill with a pointed top that is often covered in snow

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mountain"
pebbly

covered with or composed of small, smooth, rounded stones or pebbles

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pebbly"
rocky

having a surface that is covered with large, uneven, or rough rocks, stones, or boulders

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rocky"
sandy

containing or composed of sand

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sandy"
scenery

the overall visual appearance of a location, including both the natural landscape and the man-made elements that have been constructed there

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scenery"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek