pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου B1 - Αθλητισμός και Παίκτες

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για τα αθλήματα και τους παίκτες, όπως "boxing", "squash", "pool" κ.λπ. προετοιμασμένες για μαθητές Β1.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR B1 Vocabulary
boxing

a sport in which fighters wear special gloves and use only their fists to hit each other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boxing"
squash

a game that involves two or more players, hitting a rubber ball against the walls of a closed court by a racket

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "squash"
horseback riding

the activity or sport of riding on a horse

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "horseback riding"
pool

a game played on a table with two players, in which the players use special sticks to hit 16 numbered balls into the holes at the edge of the table

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pool"
horse racing

a sport in which riders race against each other with their horses

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "horse racing"
goalkeeper

a player that guards the goal in soccer or other sports

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "goalkeeper"
cyclist

someone who rides a bicycle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cyclist"
golfer

someone who plays golf as a profession or just for fun

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "golfer"
soccer player

someone who plays soccer, especially as a job

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "soccer player"
diver

someone who jumps into a body of water as a sport

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diver"
captain

the player in charge of a sports team

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "captain"
athletic

physically active and strong, often with a fit body

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "athletic"
stadium

a very large, often roofless, structure where sports events, etc. are held for an audience

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stadium"
course

an area of land or water used for races, sports, and other similar activities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "course"
court

an area where people can play basketball, tennis, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "court"
tournament

a series of sporting games in which teams or players compete against different rivals in different rounds until only one remains and that is the winner

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tournament"
league

a group of sports clubs or players who compete against each other and are put together based on the points they have gained through the season

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "league"
olympic

related to or associated with the Olympic Games

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "olympic"
competitive

referring to a situation in which teams, players, etc. are trying to defeat their rivals

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "competitive"
champion

the winner of a competition

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "champion"
final

the last match, race, etc., in a competition that determines the champion

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "final"
half-time

a short break between two halves of a game or match

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "half-time"
to pass

to give the ball to a teammate by kicking, throwing, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pass"
racket

an object with a handle, an oval frame and a tightly fixed net, used for hitting the ball in sports such as badminton, tennis, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "racket"
basket

the net attached to a ring in which basketball players try to throw the ball

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "basket"
save

a move made by a player in order to stop their opponent from scoring a goal or point

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "save"
opponent

someone who plays against another player in a game, contest, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "opponent"
referee

an official who is in charge of a game, making sure the rules are obeyed by the players

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "referee"
match

a competition in which two players or teams compete against one another such as soccer, boxing, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "match"
contest

a competition in which participants compete to defeat their opponents

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "contest"
result

the outcome or final score of a competition, match, test, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "result"
catch

the act of capturing something that has been thrown through the air

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "catch"
to disqualify

to make someone or something not fit or suitable for a particular position or activity

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to disqualify"
away game

a competition that is held at the ground of an opponent

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "away game"
home game

a game in which a team plays in its own country

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "home game"
Super Bowl

a yearly football competition held in America where the two best professional teams play against each other to win the National Football League

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Super Bowl"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek