pattern

Βιβλίο Top Notch 2A - Ενότητα 4 - Μάθημα 4

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 4 - Μάθημα 4 στο βιβλίο μαθημάτων Top Notch 2A, όπως "επιθετικός", "οδηγός", "κοίταγμα" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Top Notch 2A
bad

having a quality that is not satisfying

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bad"
aggressive

behaving in an angry way and having a tendency to be violent

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aggressive"
driver

someone who drives a vehicle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "driver"
driving

the act of controlling the movement and the speed of a car, bus, truck, etc. when it is moving

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "driving"
behavior

the way that someone acts, particularly in the presence of others

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "behavior"
to honk

to cause a horn, particularly of a vehicle, to make a loud noise

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to honk"
horn

a device placed inside of a vehicle that makes an alarming and loud sound, used to give a warning or signal to others

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "horn"
to stare

to look at someone or something without moving the eyes or blinking, usually for a while, and often without showing any expression

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to stare"
other

being the one that is different, extra, or not included

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "other"
to gesture

to express a meaning with a movement of the hands, face, head, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to gesture"
to pay attention to somebody or something

to carefully watch, consider, or listen to someone or something

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [pay] attention to {sb/sth}"
to observe

to carefully watch something in order gain knowledge or understanding about the subject

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to observe"
speed limit

the most speed that a vehicle is legally allowed to have in specific areas, roads, or conditions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "speed limit"
to maintain

to make something stay in the same state or condition

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to maintain"
safe

protected from any danger

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "safe"
following

coming immediately after a person or thing in time, place, or rank

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "following"
distance

the length of the space that is between two places or points

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "distance"
flashlight

a portable handheld electric light that is powered by batteries and used to give light to a place in the dark

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flashlight"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek