pattern

Βιβλίο Summit 1B - Ενότητα 10 - Μάθημα 4

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 10 - Μάθημα 4 στο βιβλίο μαθημάτων Summit 1B, όπως "θορυβώδης", "σίγουρη", "ασφαλώς" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Summit 1B
confident

having a strong belief in one's abilities or qualities

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "confident"
confidently

in a way that shows confidence and trust in oneself or another person's abilities, plans, etc.

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "confidently"
mysterious

difficult or impossible to comprehend, identify, or explain

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mysterious"
mysteriously

in a manner that is not easy to explain or understand

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mysteriously"
quick

taking a short time to move, happen, or be done

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quick"
quickly

with a lot of speed

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quickly"
quiet

(of a person) not talking too much

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quiet"
quietly

in a way that produces little or no noise

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quietly"
safe

protected from any danger

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "safe"
safely

in a way that avoids harm or danger

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "safely"
noise

sounds that are usually unwanted or loud

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "noise"
noisily

in a way that makes too much sound or disturbance

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "noisily"
careful

giving attention or thought to what we are doing to avoid doing something wrong, hurting ourselves, or damaging something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "careful"
carefully

with a lot of care or attention

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "carefully"
comfortable

physically feeling relaxed and not feeling pain, stress, fear, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "comfortable"
comfortably

in a way that is physically free from any tension or pain

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "comfortably"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek