pattern

Βιβλίο Summit 1B - Ενότητα 8 - Μάθημα 2

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 8 - Μάθημα 2 στο βιβλίο μαθημάτων Summit 1B, όπως "επιεικής", "επαναστατικός", "υπερπροστατευτικός" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Summit 1B
to describe

to give details about someone or something to say what they are like

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to describe"
parent

our mother or our father

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parent"
teen

someone between the ages of 13 and 19

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "teen"
behavior

the way that someone acts, particularly in the presence of others

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "behavior"
too

to an extent that is more than enough

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "too"
strict

(of a person) inflexible and demanding that rules are followed precisely

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "strict"
lenient

(of a person) tolerant, flexible, or relaxed in enforcing rules or standards, often forgiving and understanding toward others

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lenient"
overprotective

(of a person) showing too much care or concern for another person, often in a way that is unreasonable

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "overprotective"
rebellious

(of a person) resistant to authority or control, often challenging established norms or rules

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rebellious"
spoiled

(of a person) displaying a childish behavior due to being treated very well or having been given everything they desired in the past

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spoiled"
disrespectful

behaving or talking in a way that is inconsiderate or offensive to a person or thing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disrespectful"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek