pattern

Βιβλίο English Result - Στοιχειώδης - Μονάδα 8 - 8C

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 8 - 8Γ στο βιβλίο μαθημάτων English Result Elementary, όπως "sailor", "talking", "wear" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
English Result - Elementary
talking

the act of exchanging or expressing the information, feelings, or ideas that one has by speaking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "talking"
watching

the act of observing a film or visual content with attention

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "watching"
smiling

smiling with happiness or optimism

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "smiling"
friend

someone we know well and trust, but normally they are not part of our family

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "friend"
girl

someone who is a child and a female

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "girl"
dancing

‌the act of moving our body to music; a set of movements performed to music

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dancing"
sailor

a person who is a member of a ship's crew

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sailor"
laughing

showing or feeling mirth or pleasure or happiness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "laughing"
to wear

to have something such as clothes, shoes, etc. on your body

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to wear"
hat

a piece of clothing often with a brim that we wear on our heads, for warmth, as a fashion item or as part of a uniform

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hat"
player

a person who plays a musical instrument professionally

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "player"
musician

someone who plays a musical instrument or writes music, especially as a profession

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "musician"
to play

to perform music on a musical instrument

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to play"
guitar

a musical instrument, usually with six strings, that we play by pulling the strings with our fingers or with a plectrum

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "guitar"
saxophone

a curved metal wind instrument that is played by blowing into it while pressing its buttons

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "saxophone"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek