pattern

Βιβλίο Four Corners 2 - Ενότητα 2 Μάθημα Δ

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 2 Μάθημα Δ στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 2, όπως "εμφάνιση", "βάρκα", "πωλητής" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 2
appearance

the way that someone or something looks

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "appearance"
long

(of two points) having an above-average distance between them

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "long"
hair

the thin thread-like things that grow on our head

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hair"
to wear

to have something such as clothes, shoes, etc. on your body

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to wear"
only

with anyone or anything else excluded

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "only"
personality

all the qualities that shape a person's character and make them different from others

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "personality"
creative

making use of imagination or innovation in bringing something into existence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "creative"
different

not like another thing or person in form, quality, nature, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "different"
just

in a way that does not involve anything additional or beyond what is mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "just"
for fun

not intended seriously; meant as a joke

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "for fun"
airplane

a flying vehicle with fixed wings that moves people and goods from one place to another through sky

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "airplane"
bird

an animal with a beak, wings, and feathers that is usually capable of flying

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bird"
boat

a type of small vehicle that is used to travel on water

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boat"
flower

a part of a plant from which the seed or fruit develops

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flower"
glasses

a pair of lenses set in a frame that rests on the nose and ears, which we wear to see more clearly

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "glasses"
generous

having a willingness to freely give or share something with others, without expecting anything in return

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "generous"
free time

a period when no work or essential tasks need to be done, allowing for activities of personal choice

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "free time"
to volunteer

to state or suggest something without being asked or told

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to volunteer"
musical instrument

an object or device used for producing music, such as a violin or a piano

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "musical instrument"
local

related or belonging to a particular area or place that someone lives in or mentions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "local"
important

having a lot of value

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "important"
to give back

to restore or return something that was lost or taken away

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to give back"
height

the distance from the top to the bottom of something or someone

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "height"
friendly

kind and nice toward other people

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "friendly"
hardworking

(of a person) putting in a lot of effort and dedication to achieve goals or complete tasks

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hardworking"
salesclerk

someone who serves customers in a store

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "salesclerk"
clothing

the items that we wear, particularly a specific type of items

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clothing"
store

a shop of any size or kind that sells goods

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "store"
to sell

to give something to someone in exchange for money

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to sell"
to play

to enjoy yourself and do things for fun, like children

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to play"
traditional

belonging to or following the methods or thoughts that are old as opposed to new or different ones

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "traditional"
tall

(of a person) having a height that is greater than what is thought to be the average height

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tall"
handsome

(of a man) having an attractive face and body

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "handsome"
talkative

talking a great deal

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "talkative"
part-time

done only for a part of the working hours

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "part-time"
job

the work that we do regularly to earn money

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "job"
fishing

the activity of catching a fish with special equipment such as a fishing line and a hook or net

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fishing"
popular

receiving a lot of love and attention from many people

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "popular"
tourist

someone who visits a place or travels to different places for pleasure

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tourist"
never

not at any point in time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "never"
to keep

to have or continue to have something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to keep"
to complain

to express your annoyance, unhappiness, or dissatisfaction about something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to complain"
noise

sounds that are usually unwanted or loud

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "noise"
problem

something that causes difficulties and is hard to overcome

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "problem"
to spend

to use money as a payment for services, goods, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to spend"
money

something that we use to buy and sell goods and services, can be in the form of coins or paper bills

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "money"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek