pattern

Βιβλίο Interchange - Άνω του μεσαίου - Ενότητα 16

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 16 στο βιβλίο μαθημάτων Interchange Upper-Intermediate, όπως "εμπόδιο", "διατήρηση", "αύξηση" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Interchange - Upper-intermediate
to reach

to come to a certain level or state, or a specific point in time

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to reach"
goal

our purpose or desired result

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "goal"
common

regular and without any exceptional features

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "common"
dream

a series of images, feelings, or events happening in one's mind during sleep

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dream"
to win

to become the most successful, the luckiest, or the best in a game, race, fight, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to win"
competition

an event or contest in which individuals or teams compete against each other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "competition"
promotion

an act of raising someone to a higher rank or position

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "promotion"
famous

known by a lot of people

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "famous"
to travel light

to travel with only the essential items and no unnecessary baggage

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [travel] light"
marathon

a running race of 26 miles or 42 kilometers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "marathon"
able

having the necessary skill, power, resources, etc. for doing something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "able"
respected

admired and valued by others for one's qualities, achievements, or actions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "respected"
healthy

not having physical or mental problems

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "healthy"
lifestyle

a type of life that a person or group is living

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lifestyle"
to plant

to put a seed, plant, etc. in the ground to grow

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to plant"
accomplishment

a desired and impressive goal achieved through hard work

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "accomplishment"
amateur

someone who is not skilled or experienced enough for a specific activity

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "amateur"
athlete

a person who is good at sports and physical exercise, and often competes in sports competitions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "athlete"
blogger

an individual who maintains and regularly adds new content to a blog

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "blogger"
musician

someone who plays a musical instrument or writes music, especially as a profession

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "musician"
obstacle

a situation or problem that prevents one from succeeding

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "obstacle"
inspirational

providing motivation, encouragement, enthusiasm, or a sense of purpose

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inspirational"
pleasure

a feeling of great enjoyment and happiness

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pleasure"
achievement

the action or process of reaching a particular thing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "achievement"
development

a process or state in which something becomes more advanced, stronger, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "development"
positive

displaying approval, support, or agreement

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "positive"
to review

to share personal opinions about a book, movie, or media to inform and provide insights into its strengths and weaknesses

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to review"
remote

far away in space or distant in position

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "remote"
worker

someone who does manual work, particularly a heavy and exhausting one to earn money

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "worker"
tropical

associated with or characteristic of the tropics, regions of the Earth near the equator known for their warm climate and lush vegetation

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tropical"
reason

something that explains an action or event

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "reason"
to soar

to increase rapidly to a high level

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to soar"
combination

a unified whole created by joining or mixing two or more distinct elements or parts together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "combination"
determination

the quality of working toward something despite difficulties

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "determination"
plenty

a plentiful or abundant amount of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plenty"
entertainment

movies, television shows, etc. or an activity that is made for people to enjoy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "entertainment"
to qualify

to meet the needed requirements or conditions to be considered suitable for a particular role, status, benefit, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to qualify"
to switch

to change from one thing, such as a task, major, conversation topic, job, etc., to a completely different one

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to switch"
hurdle

a type of barrier used in some races that athletes must jump over in order to continue competing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hurdle"
disadvantage

a situation that has fewer or no benefits over another, which makes succeeding difficult

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disadvantage"
financial

related to money or its management

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "financial"
altitude

the distance between an object or point and sea level

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "altitude"
steam

the hot gas produced when water is heated to the boiling point

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "steam"
opportunity

a situation or a chance where doing or achieving something particular becomes possible or easier

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "opportunity"
championship

the status or title that a person gains by being the best player or team in a competition

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "championship"
proud

feeling satisfied with someone or one's possessions, achievements, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "proud"
to preserve

to cause something to remain in its original state without any significant change

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to preserve"
global

regarding or affecting the entire world

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "global"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek