pattern

Βιβλίο Total English - Αρχάριος - Ενότητα 5 - Μάθημα 2

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 5 - Μάθημα 2 στο βιβλίο μαθημάτων Total English Starter, όπως "dinner", "get up", "ίσως" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Total English - Starter
to come

to move toward a location that the speaker considers to be close or relevant to them

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to come"
home

the place that we live in, usually with our family

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "home"
to go

to travel or move from one location to another

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to go"
bed

furniture we use to sleep on that normally has a frame and mattress

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bed"
to make

to prepare or cook something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to make"
dinner

the main meal of the day that we usually eat in the evening

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dinner"
to finish

to make something end

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to finish"
work

activity that requires physical or mental effort

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "work"
to get up

to get on our feet and stand up

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to get up"
shower

a piece of equipment that flows water all over your body from above

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shower"
to start

to begin something new and continue doing it, feeling it, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to start"
to watch

to look at a thing or person and pay attention to it for some time

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to watch"
fruit

something we can eat that grows on trees, plants, or bushes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fruit"
salad

a mixture of usually raw vegetables, like lettuce, tomato, and cucumber, with a type of sauce and sometimes meat

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "salad"
gym

a place with special equipment that people go to exercise or play sports

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gym"
lunch

a meal we eat in the middle of the day

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lunch"
best friend

a person's closest and most trusted friend, with whom they share a strong bond and deep understanding

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "best friend"
myself

used when the subject and object of the sentence are the same, indicating that the action is done to oneself

[αντωνυμία]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "myself"
freak

a person who is extremely passionate and dedicated to a particular activity or interest, to the point that it may seem like an addiction or obsession

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "freak"
health

the general condition of a person's mind or body

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "health"
early

happening or done before the usual or scheduled time

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "early"
breakfast

the first meal we have in the early hours of the day

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "breakfast"
evening

the time of day that is between the time that the sun starts to set and when the sky becomes completely dark

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "evening"
couch potato

someone who sits around and watches TV a lot

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "couch potato"
around

used before a price, time, etc. to give an idea close to the exact number

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "around"
workaholic

a person who works compulsively and finds it hard to stop working to do other things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "workaholic"
perhaps

used to express possibility or likelihood of something

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "perhaps"
television

an electronic device with a screen that receives television signals, on which we can watch programs

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "television"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek