pattern

Απαραίτητο Λεξιλόγιο για την Εξέταση SAT - Διαχείριση Αντικειμένων

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με τη διαχείριση αντικειμένων, όπως "συγχώνευση", "ενσωμάτωση", "διάχυση" κ.λπ. που θα χρειαστείτε για τον άσσο των SAT σας.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Exam Essential Vocabulary
to disseminate

to spread information, ideas, or knowledge to a wide audience

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to disseminate"
to distribute

to share something between a large number of people

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to distribute"
to intersperse

to mix things together in order to make them diverse

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to intersperse"
to discharge

to give off or release a substance like gas or liquid

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to discharge"
to emanate

to send forth or give out energy, light, sound, or an abstract quality

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to emanate"
to permeate

to expand to every part of a thing

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to permeate"
to pervade

to spread throughout and be present in every part of something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pervade"
to disperse

to spread or distribute something widely over an area

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to disperse"
to scatter

to make things like items, people, particles, etc. spread out from a center and move in different directions

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to scatter"
to accrete

to gradually grow or increase by adding layers or parts over time

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to accrete"
to stack

to arrange items on top of each other in large quantities

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to stack"
to amass

to gather a large amount of money, knowledge, etc. gradually

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to amass"
to hoard

to gather and store a large supply of food, money, etc., usually somewhere secret

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hoard"
to integrate

to bring things together to form a whole or include something as part of a larger group

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to integrate"
to merge

to combine different elements or components

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to merge"
to complement

to add something that enhances or improves the quality or appearance of someone or something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to complement"
to cluster

to cause things to gather closely together

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to cluster"
to cache

to hide or store something for future use

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to cache"
to conflate

to bring ideas, texts, things, etc. together and create something new

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to conflate"
aggregation

the act of bringing together various items, parts, or elements into a single unified whole

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aggregation"
accumulation

the process of gathering more and more of something over time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "accumulation"
assemblage

a collection of several different things brought together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "assemblage"
diffusion

the process of spreading or dispersing something widely

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diffusion"
compilation

the act or process of gathering or putting together various items, such as information, into a single collection

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "compilation"
fusion

the process or occurrence of combining or merging elements to create a unified whole

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fusion"
coalescence

the process of diverse elements uniting to form a single body, form, or group

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coalescence"
confluence

the act or process of several elements or streams coming together and merging into one

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "confluence"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek