pattern

Βιβλίο English Result - Ενδιάμεσο - Μονάδα 10 - 10Α

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 10 - 10Α στο βιβλίο μαθημάτων English Result Intermediate, όπως "butcher's", "newsstand", "department store" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
English Result - Intermediate
shop

a building or place that sells goods or services

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shop"
shoe shop

a store that sells shoes of various styles and sizes to customers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shoe shop"
clothes shop

a store that sells clothing items, such as shirts, pants, dresses, and jackets, for people to wear

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clothes shop"
butcher's

a store that provides a variety of meats, mainly beef, pork, and lamb to customers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "butcher's"
supermarket

a large store that we can go to and buy food, drinks and other things from

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "supermarket"
the grocers

a place where food and small household items are sold

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "the grocers"
greengrocer's

a shop that sells fresh fruits and vegetables

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "greengrocer's"
market

a public place where people buy and sell groceries

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "market"
newsstand

a stand or stall on a street, etc. where newspapers, magazines, and sometimes books are sold

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "newsstand"
newsagent's

a type of shop where a person can buy newspapers, magazines, and sweets, usually located in busy areas like train stations or shopping centers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "newsagent's"
bookshop

a shop that sells books and usually stationery

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bookshop"
library

a place in which collections of books and sometimes newspapers, movies, music, etc. are kept for people to read or borrow

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "library"
shopping mall

‌a large building or enclosed area that consists of a group of shops

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shopping mall"
department store

a large store, divided into several parts, each selling different types of goods

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "department store"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek