pattern

Βιβλίο Four Corners 2 - Ενότητα 8 Μάθημα Δ

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 8 Μάθημα Δ στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 2, όπως "εκτίμησα", "ανησυχώ", "συμβουλή" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 2
to plan

to decide on and make arrangements or preparations for something ahead of time

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to plan"
uncle

the brother of our father or mother or their sibling's husband

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "uncle"
next

coming immediately after a person or thing in time, place, or rank

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "next"
year

a period of time that is made up of twelve months, particularly one that starts on January first and ends on December thirty-first

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "year"
or

used to connect alternatives or introduce another possibility

[Σύνδεσμος]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "or"
tip

a helpful suggestion or a piece of advice

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tip"
outdoors

an area or environment that is located outside, typically in nature or in the open air

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "outdoors"
both

referring to two things together

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "both"
appreciated

having a thorough understanding or grasp of something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "appreciated"
musician

someone who plays a musical instrument or writes music, especially as a profession

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "musician"
in fact

used to introduce a statement that provides additional information or emphasizes the truth or reality of a situation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "in fact"
nickname

a familiar or humorous name given to someone that is connected with their real name, appearance, or with something they have done

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nickname"
to send

to have a person, letter, or package physically delivered from one location to another, specifically by mail

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to send"
cool

having an appealing quality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cool"
club

a place where people, especially young people, go to dance, listen to music, or spend time together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "club"
fantastic

extremely amazing and great

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fantastic"
definitely

in a certain way

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "definitely"
to check out

to closely examine to see if someone is suitable or something is true

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to check out"
to disagree

to hold or give a different opinion about something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to disagree"
to worry

to feel upset and nervous because we think about bad things that might happen to us or our problems

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to worry"
to suggest

to mention an idea, proposition, plan, etc. for further consideration or possible action

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to suggest"
spring

the season that comes after winter, when in most countries the trees and flowers begin to grow again

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spring"
to fall

to quickly move from a higher place toward the ground

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fall"
summer

the season that comes after spring and in most countries summer is the warmest season

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "summer"
expensive

having a high price

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "expensive"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek