pattern

Slovní Zásoba pro IELTS (Základní) - Ρούχα και μόδα

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για ρούχα και μόδα, όπως «ζώνη», «τσάντα», «εκπαιδευτής» κ.λπ. που χρειάζονται για τις εξετάσεις IELTS.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words for Basic IELTS
belt

a long and narrow item that you usually wear around your waist to hold your clothes in place or to decorate your outfit

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "belt"
button

a small, round object, usually made of plastic or metal, sewn onto a piece of clothing and used for fastening two parts together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "button"
clothing

the items that we wear, particularly a specific type of items

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clothing"
designer

a person who designs clothes as a job

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "designer"
to fit

to be of the right size or shape for someone

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fit"
handbag

a bag that is small and used, especially by women, to carry personal items

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "handbag"
purse

a small bag that is used, particularly by women, to carry personal items

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "purse"
jewelry

objects such as necklaces, bracelets or rings, typically made from precious metals such as gold and silver, that we wear as decoration

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jewelry"
uniform

the special set of clothes that all members of an organization or a group wear at work, or children wear at a particular school

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "uniform"
trainer

someone who teaches people or animals to perform better at a particular job or skill

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "trainer"
baggy

(of clothes) loose and not fitting the body tightly

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "baggy"
chain

a stylish necklace made of linked metal rings that is worn around the neck as jewelry

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chain"
costume

the popular fashion including hairstyle, clothes, etc. particular to a country or class

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "costume"
leather

strong material made from animal skin and used for making clothes, bags, shoes, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "leather"
material

cloth or fabric used to make different items of clothing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "material"
raincoat

a long, light coat, typically with a belt, made of water-resistant fabric that keeps us dry in the rain

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "raincoat"
trendy

influenced by the latest or popular styles

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "trendy"
to unfasten

to undo or untie; to make something become loose or open

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to unfasten"
bathrobe

a long piece of clothing, made from the same material that towels are made of, worn after or before taking a shower or bath

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bathrobe"
cardigan

a type of jacket that is made of wool, usually has a knitted design, and its front could be closed with buttons or a zipper

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cardigan"
collection

a series of new clothes designed by a fashion house for sale

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "collection"
fabric

cloth that is made by weaving cotton yarn, silk, etc., which is used in making clothes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fabric"
lace

a delicate cotton or silky cloth made by weaving or knitting threads in an open web-like pattern

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lace"
tight

(of clothes or shoes) fitting closely or firmly, especially in an uncomfortable way

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tight"
loose

(of clothes) not tight or fitting closely, often allowing freedom of movement

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "loose"
outfit

a set of clothes that one wears together, especially for an event or occasion

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "outfit"
stylish

appealing in a way that is fashionable and elegant

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stylish"
striped

having a pattern of straight parallel lines

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "striped"
vest

a sleeveless piece of clothing that is worn under a jacket and over a shirt

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vest"
wardrobe

all of the clothes that someone owns

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wardrobe"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek