pattern

Slovní Zásoba pro IELTS (Základní) - Transportation

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για τις μεταφορές, όπως «nonstop», «commute», «local» κ.λπ. που χρειάζονται για την εξέταση IELTS.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words for Basic IELTS
reservation

the act of arranging something, such as a seat or a hotel room to be kept for you to use later at a particular time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "reservation"
nonstop

(of a flight, train, journey etc.) having or making no stops

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nonstop"
express

a train or bus that travels more quickly than usual because it only makes a few stops

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "express"
departure

the act of leaving, usually to begin a journey

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "departure"
to commute

to regularly travel to one's place of work and home by different means

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to commute"
class

a group of people, services, objects, etc. categorized based on shared qualities or attributes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "class"
to board

to get on a means of transportation such as a train, bus, aircraft, ship, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to board"
terminal

a building where trains, buses, planes, or ships start or finish their journey

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "terminal"
rail

a means of transportation by train

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rail"
local

a bus, train, etc. that makes all or most of the regular stops, allowing people to get on or off

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "local"
aboard

on or into a vehicle such as a bus, train, plane, etc.

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aboard"
compartment

any of the separate sections within a passenger train carriage, typically enclosed by walls and equipped with seats

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "compartment"
junction

the place where two or more things such as roads or railways cross

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "junction"
carsick

feeling sick because of the motions experienced while traveling in a car

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "carsick"
crossroad

the place where a road is crossed by another

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crossroad"
driving licence

an official document that shows someone is qualified to drive a motor vehicle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "driving licence"
global positioning system

a satellite system that shows a place, thing, or person's exact position using signals

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "global positioning system"
license number

the numbers and letters on the plates at the front and back of a vehicle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "license number"
pavement

the hard surface of a road covered with concrete or tarmac

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pavement"
sidewalk

a pathway typically made of concrete or asphalt at the side of a street for people to walk on

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sidewalk"
traffic jam

a large number of bikes, cars, buses, etc. that are waiting in lines behind each other which move very slowly

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "traffic jam"
avenue

a wide straight street in a town or a city, usually with buildings and trees on both sides

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "avenue"
bypass

a road that goes round a city or town rather than going through the city center

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bypass"
parking ticket

an official notice issued in case a car is parked illegally, typically put on the windshield

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parking ticket"
business class

a category of travel service offered by airlines, trains, etc., that is better than economy but not as luxurious as first class, particularly for those traveling on business

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "business class"
round trip

a journey to a destination and back to the point of departure

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "round trip"
arrival

the act of arriving at a place from somewhere else

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "arrival"
airline

‌a company or business that provides air transportation services for people and goods

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "airline"
international

happening in or between more than one country

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "international"
immigration

the fact or process of coming to another country to permanently live there

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "immigration"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek