pattern

Βιβλίο Total English - Προχωρημένο - Ενότητα 5 - Μάθημα 1

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 5 - Μάθημα 1 στο βιβλίο μαθημάτων Total English Advanced, όπως "recruit", "publicity", "hands-on" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Total English - Advanced
to launch

to start an organized activity or operation

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to launch"
to make a living

to earn an amount of money that enables one to support oneself and pay for one's needs

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [make] a living"
to recruit

to employ people for a company, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to recruit"
profit sharing

a business arrangement in which a company distributes a portion of its profits to its employees or other stakeholders

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "profit sharing"
hands-on

involving direct participation or intervention in a task or activity, rather than simply observing or delegating it to others

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hands-on"
start-up

a business or company that has just begun operation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "start-up"
fund

a sum of money that is collected and saved for a particular purpose

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fund"
fringe benefit

an extra compensation or perk that an employer provides to employees in addition to their salary or wages

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fringe benefit"
publicity

actions or information that are meant to gain the support or attention of the public

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "publicity"
to break even

(of a business) to reach a point that yields no success due to the profit being almost as equal as the costs

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [break] even"
to bail out

to save someone or something from a difficult financial situation

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to bail out"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek