pattern

Επίθετα Χαρακτηριστικών των Πραγμάτων - Επίθετα της κίνησης

Αυτά τα επίθετα μας δίνουν τη δυνατότητα να εκφράσουμε την παρουσία ή την απουσία κίνησης σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο, οργανισμό ή περιβάλλον.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Adjectives Describing Attributes of Things
mobile

not fixed and able to move or be moved easily or quickly

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mobile"
rotational

involving or relating to the action of turning around a central point

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rotational"
wobbly

unstable and likely to shake or rock from side to side

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wobbly"
stagnant

lacking movement or circulation

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stagnant"
centrifugal

tending to move outward from a central point

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "centrifugal"
moving

involving motion or movement

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "moving"
rotary

referring to something that revolves around an axis or a central point, such as a wheel

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rotary"
shaky

stumbling and not steady in movement

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shaky"
turbulent

having a chaotic or unstable quality, often marked by disorder or conflict

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "turbulent"
portable

easily carried or moved from one place to another

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "portable"
stationary

not moving or changing position

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stationary"
static

remaining still, with no change in position

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "static"
inert

not moving or active

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inert"
running

(of liquids) moving in a continuous stream or current

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "running"
flying

moving rapidly or swiftly through the air

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flying"
movable

having the ability to be easily moved or shifted from one place to another

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "movable"
transportable

having the ability to be moved from one place to another

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "transportable"
bouncy

having the ability to quickly spring back or rebound when pressed down or impacted

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bouncy"
motionless

not having any movement

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "motionless"
still

lacking motion

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "still"
immobile

unable to be moved

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "immobile"
rolling

moving smoothly or continuously along a surface, often in a circular motion

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rolling"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek