pattern

Στοιχειώδες 2 - Τόποι & Μέτρα

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για μέρη και μέτρα, όπως "meter", "anywhere" και "mile", προετοιμασμένες για μαθητές δημοτικού.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Elementary 2
everywhere

all the places or directions

[αντωνυμία]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "everywhere"
somewhere

used to mention a place that is not known or is not named

[αντωνυμία]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "somewhere"
nowhere

not any single place

[αντωνυμία]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nowhere"
anywhere

used to mention any place

[αντωνυμία]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anywhere"
meter

the basic unit of measuring length that is equal to 100 centimeters

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "meter"
centimeter

a unit of measuring length equal to one hundredth of a meter

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "centimeter"
kilometer

a unit for measuring length that is equal to 1000 meters or approximately 0.62 miles

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "kilometer"
foot

a unit of measuring length equal to 12 inches or 30.48 centimeters

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "foot"
mile

a unit of measuring length equal to 1.6 kilometers or 1760 yards

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mile"
pound

a unit for measuring weight equal to 16 ounces or 0.454 kilograms

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pound"
highway

any major public road that connects cities or towns

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "highway"
downtown

the main business area of a city or town located at its center

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "downtown"
path

a way or track that is built or made by people walking over the same ground

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "path"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek