pattern

Στοιχειώδες 2 - Κινητικότητα & Μεταφορές

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις σχετικά με την κινητικότητα και τις μεταφορές, όπως "van", "fly" και "arrive", προετοιμασμένες για μαθητές δημοτικού επιπέδου.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Elementary 2
motorcycle

a vehicle with two wheels, powered by an engine

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "motorcycle"
van

a big vehicle without back windows, smaller than a truck, used for carrying people or things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "van"
wheel

a round object attached to a vehicle from its center, which allows a person can move the vehicle in different directions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wheel"
engine

the part of a vehicle that uses a particular fuel to make the vehicle move

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "engine"
speed

the rate or pace at which something or someone moves

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "speed"
to fly

to travel or cross something in an aircraft

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fly"
to land

to arrive and rest on the ground or another surface after being in the air

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to land"
to take off

to leave a surface and begin flying

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to take off"
to arrive

to reach a location, particularly as an end to a journey

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to arrive"
visa

an official mark on someone's passport that allows them to enter or stay in a country

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "visa"
arrival

the act of arriving at a place from somewhere else

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "arrival"
departure

the act of leaving, usually to begin a journey

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "departure"
to get on

to enter a bus, ship, airplane, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to get on"
to get off

to leave a bus, train, airplane, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to get off"
to reach

to get to your planned destination

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to reach"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek