pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου C1 - Επίτευγμα και Πρόοδος

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για το επίτευγμα και την πρόοδο, όπως "aspiration", "boom", "triumph" κ.λπ. προετοιμασμένες για τους μαθητές του C1.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR C1 Vocabulary
accomplishment

a desired and impressive goal achieved through hard work

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "accomplishment"
advancement

the process of improvement or progress

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "advancement"
aspiration

a valued desire or goal that one strongly wishes to achieve

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aspiration"
boom

a time of great economic growth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boom"
breakthrough

an important discovery or development that helps improve a situation or answer a problem

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "breakthrough"
comeback

a return by a renowned person to their former popular or successful state

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "comeback"
glory

the popularity, honor, and praise that a person receives as a result of a great success or act

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "glory"
triumph

a great victory, success, or achievement gained through struggle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "triumph"
achiever

someone who reaches a high level of success, particularly in their occupation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "achiever"
big time

the highest and most successful level in a profession, particularly in entertainment field

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "big time"
to top

to hold the highest position on a list or ranking due to success or achievements

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to top"
to attain

to succeed in reaching a goal, after hard work

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to attain"
to blossom

to start to be healthier, more successful, or confident

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to blossom"
to congratulate

to express one's good wishes or praise to someone when something very good has happened to them

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to congratulate"
to consolidate

to strengthen a position of power or success so that it lasts longer

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to consolidate"
to flourish

to quickly grow in a successful way

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to flourish"
to fly high

to be experiencing great success

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fly high"
to pay off

(of a plan or action) to succeed and have good results

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pay off"
to prosper

to grow in a successful way, especially financially

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to prosper"
to strive

to try as hard as possible to achieve a goal

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to strive"
to thrive

to grow and develop exceptionally well

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to thrive"
drive

a strong desire and determination to succeed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "drive"
effectiveness

the quality of yielding the desired result

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "effectiveness"
perseverance

the quality of persistently trying in spite of difficulties

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "perseverance"
resolve

a strong will to have or do something of value

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "resolve"
desirable

worth doing or having

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "desirable"
distinguished

(of a person) very successful and respected

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "distinguished"
favorable

describing something that is liked or approved

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "favorable"
feasible

having the potential of being done successfully

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "feasible"
fulfilled

feeling happy and satisfied with one's life, job, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fulfilled"
notable

drawing or deserving attention or notice

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "notable"
premier

considered most successful or important, particularly compared to others

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "premier"
productive

producing desired results through effective and efficient use of time, resources, and effort

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "productive"
to live up to

to fulfill expectations or standards set by oneself or others

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to live up to"
with flying colors

in a distinctive and very successful way

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "with flying colors"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek