pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου B1 - Ποσότητες και δοχεία

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις σχετικά με τις ποσότητες και τα δοχεία, όπως «ουγγιά», «χαρτοκιβώτιο», «εκατόβαθμος» κ.λπ. που έχουν προετοιμαστεί για μαθητές Β1.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR B1 Vocabulary
Fahrenheit

related to or using a temperature scale on which water boils at 212° and freezes at 32°

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Fahrenheit"
celsius

of or relating to the usage of a scale for measuring temperature in which water freezes at 0 degree and boils at 100 degrees

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "celsius"
centigrade

related to or using a temperature scale on which water boils at 100° and freezes at 0°

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "centigrade"
dozen

a set of twelve items

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dozen"
ounce

a unit for measuring weight equal to approximately 28.34 grams

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ounce"
gallon

a unit used to measure liquids in the United States, equivalent to approximately 3.785 liters

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gallon"
inch

a unit of length equal to one-twelfth of a foot or 2.54 centimeters

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inch"
scale

the size, amount, or degree of one thing compared with another

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scale"
piece

an individual part used to build or create something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "piece"
slice

a small cut of a larger portion such as a piece of cake, pizza, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "slice"
loaf

bread that has a particular shape and is baked in one piece, usually sliced before being served

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "loaf"
bar

an amount of a substance in the shape of a block such as chocolate, soap, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bar"
roll

something that is wrapped around a tube or shaped into one

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "roll"
number

the quantity of things or people

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "number"
bunch

a group of things sharing the same quality, usually connected to each other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bunch"
pile

a noticeably huge number or amount of a particular thing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pile"
row

a group of people or objects placed in a line

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "row"
edge

the outer part of an area or object that is furthest from the center

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "edge"
container

any object that can be used to store something in, such as a bottle, box, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "container"
carton

a quantity of something stored in a large container

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "carton"
case

a container in which goods can be stored and safely carried around

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "case"
pack

a paper or cardboard container that is used to store items of the same type within, such as cigarettes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pack"
packet

a small bag typically made of paper, plastic, etc., that can contain various things, such as tea, sugar, or spices

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "packet"
package

a box or container in which items are packed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "package"
mug

a large cup which is typically used for drinking hot beverages like coffee, tea, or hot chocolate

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mug"
jug

a deep round container with a handle and a very narrow opening that is used for keeping liquids, usually has a stopper or cap

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jug"
jar

a container with a wide opening and a lid, typically made of glass or ceramic, used to store food such as honey, jam, pickles, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jar"
tube

a flexible container that is used to store thick liquids

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tube"
tray

a flat object with elevated edges, often used for holding or carrying food and drink

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tray"
can

a container, made of metal, used for storing food or drink

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "can"
basket

an object, usually made of wicker or plastic, with a handle for carrying or keeping things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "basket"
bucket

a round open container, made of plastic or metal, with a handle used for keeping or carrying things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bucket"
extra

more than enough or the amount needed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "extra"
maximum

the highest amount, degree, or extent there is or is possible, allowed or needed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "maximum"
minimum

the lowest amount, degree, or extent there is or is possible, allowed or required

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "minimum"
limited

very little in quantity or amount

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "limited"
double

used to indicate that something has increased twice in number, amount, or extent

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "double"
half

used to indicate an amount equal to one part of two equal parts of something

[Καθοριστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "half"
enough

used to show that something is as much or as many as it is needed or wanted

[Καθοριστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enough"
packet

goods in a small bag that is typically made of paper, plastic, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "packet"
bit

a small amount, quantity, or piece of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bit"
pitcher

the quantity or the contents within a deep large container with a wide mouth and a handle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pitcher"
pitcher

a deep round container with a handle and a curved opening, used for pouring liquids

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pitcher"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek