pattern

Βιβλίο Solutions - Ενδιάμεσο - Μονάδα 4 - 4Α

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 4 - 4Α στο βιβλίο μαθημάτων Solutions Intermediate, όπως «ωδείο», «ερειπωμένο», «φράχτη» κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Solutions - Intermediate
attic

an area or room directly under the roof of a house, typically used for storage or as an additional living area

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "attic"
basement

an area or room in a house or building that is partially or completely below the ground level

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "basement"
cellar

an underground storage space or room, typically found in a building, used for storing food, wine, or other items that require a cool and dark environment

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cellar"
conservatory

a room with a roof and walls made of glass, often affixed to one side of a building, used for relaxing or growing plants in

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conservatory"
drive

a short road or path leading from a street to a building

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "drive"
extension

an extra telephone connected to the main phone line in a house

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "extension"
fence

a structure like a wall, made of wire, wood, etc. that is placed around an area or a piece of land

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fence"
garage

a building, usually next or attached to a house, in which cars or other vehicles are kept

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "garage"
gate

the part of a fence or wall outside a building that we can open and close to enter or leave a place

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gate"
hall

a passage that is inside a house or building with rooms on both side

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hall"
hedge

a row of closely-planted bushes or small trees that form a boundary, particularly on the edge of a garden, road, or field

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hedge"
landing

an area located between two sets of stairs or at the top of a staircase

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "landing"
lawn

an area of grass, typically in a yard or garden, that is cut and maintained at a short length

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lawn"
path

a way or track that is built or made by people walking over the same ground

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "path"
patio

an outdoor area with paved floor belonging to a house used for sitting, relaxing or eating in

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "patio"
pond

an area containing still water that is comparatively smaller than a lake, particularly one that is made artificially

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pond"
porch

a structure with a roof and no walls at the entrance of a house

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "porch"
shutter

one of a pair of exterior wooden or metal covers of a window that can be closed for preventing light from coming in or protecting the house against thieves or other threats

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shutter"
sliding door

a door that moves horizontally along a track

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sliding door"
stair

a series of steps connecting two floors of a building, particularly built inside a building

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stair"
swimming pool

a specially designed structure that holds water for people to swim in

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "swimming pool"
room

a space in a building with walls, a floor, and a ceiling where people do different activities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "room"
beautifully

in a highly attractive manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "beautifully"
to restore

to repair a work of art, building, etc. so that it is in a good condition again

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to restore"
charming

having an attractive and pleasing quality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "charming"
contemporary

having a modern or current style or design, often reflecting up-to-date trends

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "contemporary"
conveniently

in a way that is easy, comfortable, or suitable for a particular purpose or situation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conveniently"
cramped

(of a room, house, etc.) lacking enough space

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cramped"
dilapidated

damaged or deteriorated over time, often due to neglect or insufficient maintenance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dilapidated"
impressive

causing admiration because of size, skill, importance, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "impressive"
peaceful

free from conflict, violence, or disorder

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "peaceful"
type

a class or group of people or things that have common characteristics or share particular qualities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "type"
home

the place that we live in, usually with our family

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "home"
bungalow

a one-story construction without stairs, usually with a low roof

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bungalow"
detached house

a single-family house that is not connected to any other house, usually with its own yard or garden

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "detached house"
farmhouse

a house near a farm in which a farmer lives

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "farmhouse"
flat

a place with a few rooms in which people live, normally part of a building with other such places on each floor

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flat"
houseboat

a boat designed for living in

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "houseboat"
mansion

a very large and impressive house

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mansion"
mobile home

a type of housing that is designed to be transported to a specific location and can be moved again if needed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mobile home"
semi-detached house

a type of residential house that is joined to another house by a shared wall

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "semi-detached house"
terraced house

a type of residential house that is attached to one or more other houses in a row, with shared walls and a similar architectural design

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "terraced house"
thatched

(of a house or building) having a roof made of dried straw, leaves etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thatched"
cottage

a small house, particularly one that is situated in the countryside or a village

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cottage"
villa

a country house that has a large garden, particularly the one located in southern Europe or warm regions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "villa"
part

any of the pieces making a whole, when combined

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "part"
house

a building where people live, especially as a family

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "house"
garden

a piece of land where flowers, trees, and other plants are grown

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "garden"
popular

receiving a lot of love and attention from many people

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "popular"
lively

(of a place or atmosphere) full of excitement and energy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lively"
area

a particular part or region of a city, country, or the world

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "area"
remote

far away in space or distant in position

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "remote"
spacious

(of a room, house, etc.) large with a lot of space inside

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spacious"
substantial

significant in amount or degree

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "substantial"
tiny

extremely small

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tiny"
flower bed

an area of ground planted with flowers or plants, often arranged in a decorative or artistic pattern

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flower bed"
cozy

(of a place) relaxing and comfortable, particularly because of the warmth or small size of the place

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cozy"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek