pattern

Βιβλίο English Result - Ενδιάμεσο - Μονάδα 1 - 1Α

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 1 - 1Α στο βιβλίο μαθημάτων English Result Intermediate, όπως "widower", "aquaintance", "flatmate" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
English Result - Intermediate
uncle

the brother of our father or mother or their sibling's husband

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "uncle"
widow

a married woman whose spouse is dead and has not married again

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "widow"
widower

a man whose spouse is dead and has not remarried

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "widower"
family

people that are related to each other by blood or marriage, normally made up of a father, mother, and their children

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "family"
friend

someone we know well and trust, but normally they are not part of our family

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "friend"
work

something that we do regularly to earn money

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "work"
acquaintance

a person whom one knows but is not a close friend

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "acquaintance"
aunt

the sister of our mother or father or their sibling's wife

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aunt"
boss

a person who is in charge of a large organization or has an important position there

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boss"
brother-in-law

the person who is the brother of one's spouse

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "brother-in-law"
colleague

someone with whom one works

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "colleague"
cousin

our aunt or uncle's child

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cousin"
ex-boyfriend

a former male romantic partner who is no longer in a relationship with a person

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ex-boyfriend"
flatmate

a person whom one shares a room or apartment with

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flatmate"
neighbor

someone who is living next to us or somewhere very close to us

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "neighbor"
nephew

our sister or brother's son, or the son of our husband or wife's siblings

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nephew"
niece

our sister or brother's daughter, or the daughter of our husband or wife's siblings

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "niece"
parent

our mother or our father

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parent"
stepfather

the man that is married to one's parent but is not one's biological father

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stepfather"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek