pattern

Βιβλίο Four Corners 1 - Ενότητα 2 Μάθημα Γ

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 2 Μάθημα Γ στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 1, όπως «σύζυγος», «παιδί», «γονέας» κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 1
family

people that are related to each other by blood or marriage, normally made up of a father, mother, and their children

οικογένεια, συγγένεια

οικογένεια, συγγένεια

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "family"
family member

someone who is related to us by blood, marriage, or adoption, such as a parent, sibling, grandparent, or cousin

μέλος της οικογένειας, συγγενής

μέλος της οικογένειας, συγγενής

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "family member"
grandparent

someone who is our mom or dad's parent

παππούς, γιαγιά

παππούς, γιαγιά

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "grandparent"
grandfather

the man who is our mom or dad's father

παππούς, πάππος

παππούς, πάππος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "grandfather"
grandmother

the woman who is our mom or dad's mother

γιαγιά, παππούς

γιαγιά, παππούς

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "grandmother"
parent

our mother or our father

γονέας, μαμά ή μπαμπάς

γονέας, μαμά ή μπαμπάς

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parent"
father

a child's male parent

πατέρας, πάτερ

πατέρας, πάτερ

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "father"
dad

an informal way of calling our father

Μπαμπάς, Πατέρας

Μπαμπάς, Πατέρας

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dad"
mother

a child's female parent

μητέρα, μάνα

μητέρα, μάνα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mother"
mom

a woman who has given birth to a child or someone who cares for and raises a child

μαμά, μητέρα

μαμά, μητέρα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mom"
child

a young person who has not reached puberty or adulthood yet

παιδί, παιδιά

παιδί, παιδιά

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "child"
kid

a son or daughter of any age

παιδί (paidί), τέκνο (tékno)

παιδί (paidί), τέκνο (tékno)

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "kid"
husband

the man you are officially married to

σύζυγος, άνδρας

σύζυγος, άνδρας

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "husband"
wife

the lady you are officially married to

γυναίκα, σύζυγος

γυναίκα, σύζυγος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wife"
daughter

a person's female child

κόρη, θυγατέρα

κόρη, θυγατέρα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "daughter"
son

a person's male child

γιός, υιός

γιός, υιός

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "son"
sister

a lady who shares a mother and father with us

αδελφή, σύζυγος

αδελφή, σύζυγος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sister"
brother

a man who shares a mother and father with us

αδελφός, αδελφός από κοινού

αδελφός, αδελφός από κοινού

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "brother"
eleven

the number 11

εννέα, έντεκα

εννέα, έντεκα

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "eleven"
twelve

the number 12

δώδεκα,12, number twelve

δώδεκα,12, number twelve

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twelve"
thirteen

the number 13

δεκατρία, 13

δεκατρία, 13

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thirteen"
fourteen

the number 14

δεκατέσσερα, 14

δεκατέσσερα, 14

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fourteen"
fifteen

the number 15

δεκαπέντε, 15

δεκαπέντε, 15

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fifteen"
sixteen

the number 16

δέκα έξι, 16

δέκα έξι, 16

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sixteen"
seventeen

the number 17

δεκαεπτά, 17

δεκαεπτά, 17

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seventeen"
eighteen

the number 18

δεκαοκτώ, 18

δεκαοκτώ, 18

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "eighteen"
nineteen

the number 19

δέκα εννέα, 19

δέκα εννέα, 19

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nineteen"
twenty

the number 20

είκοσι, 20

είκοσι, 20

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twenty"
twenty-one

the number 21; the number of days in three weeks

είκοσι ένα, 21

είκοσι ένα, 21

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twenty-one"
twenty-two

the number 22; the number of players on two soccer teams

είκοσι δύο, 22

είκοσι δύο, 22

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twenty-two"
twenty-three

the number 23; the number of pairs of chromosomes in the human body

είκοσι τρία, 23

είκοσι τρία, 23

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twenty-three"
twenty-four

the number 24; the number of hours in a day

είκοσι τέσσερα, 24

είκοσι τέσσερα, 24

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twenty-four"
twenty-five

the number 25; the number we get when we multiply five by five

είκοσι πέντε, 25

είκοσι πέντε, 25

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twenty-five"
twenty-six

the number 26; the number of letters in the English alphabet

είκοσι έξι, 26

είκοσι έξι, 26

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twenty-six"
twenty-seven

the number 27; the number you get when you multiply three by three by three

είκοσι επτά, 27

είκοσι επτά, 27

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twenty-seven"
twenty-eight

the number 28; the number that is equal to twenty plus eight

είκοσι οκτώ, 28

είκοσι οκτώ, 28

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twenty-eight"
twenty-nine

the number 29; the number of days in February when the year has one extra day during a leap year

είκοσι εννέα, 29

είκοσι εννέα, 29

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twenty-nine"
thirty

the number 30

τριάντα, 30

τριάντα, 30

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thirty"
forty

the number 40

σαράντα, 40

σαράντα, 40

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "forty"
fifty

the number 50

πενήντα, 50

πενήντα, 50

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fifty"
sixty

the number 60

εξήντα, 60

εξήντα, 60

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sixty"
seventy

the number 70

εβδομήντα, 70

εβδομήντα, 70

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seventy"
eighty

the number 80

ογδόντα, 80

ογδόντα, 80

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "eighty"
ninety

the number 90

ενενήντα, 90

ενενήντα, 90

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ninety"
one hundred

of the number 100; the number of years in a century

εκατό, κατοστό

εκατό, κατοστό

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "one hundred"
one hundred one

the number of years in a century plus one

εκατόν ένα, 101

εκατόν ένα, 101

Google Translate
[αριθμητικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "one hundred one"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek