pattern

Βιβλίο Four Corners 1 - Ενότητα 1 Μάθημα Α

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 1 Μάθημα Α στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 1, όπως "όλοι", "μεσαίο όνομα", "μονός" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 1
new

recently invented, made, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "new"
friend

someone we know well and trust, but normally they are not part of our family

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "friend"
everyone

every single person in a group, community, or society, without exception

[αντωνυμία]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "everyone"
teacher

someone who teaches things to people, particularly in a school

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "teacher"
name

the word someone or something is called or known by

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "name"
first name

the name we were given at birth that comes before our last name

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "first name"
last name

the name we share with our family, parents, or siblings

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "last name"
family name

the name we share with our parents that follows our first name

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "family name"
middle name

‌a name that comes between someone's first name and last name

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "middle name"
full name

the complete name of a person that includes their first name, middle name, and last name

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "full name"
title

a name that is used to describe someone's position or status

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "title"
miss

a title we use before an unmarried woman's family name or full name to address or refer to her

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "miss"
Mrs

a title used before a woman's surname or full name to address or refer to a married woman

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Mrs"
Ms

a title used before a woman's surname or full name as a form of address without indicating her marital status

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Ms"
single

not in a relationship or marriage

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "single"
married

having a wife or husband

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "married"
man

a person who is a male adult

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "man"
woman

a person who is a female adult

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "woman"
what

used in questions to ask for information or for someone’s opinion

[αντωνυμία]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "what"
my

(first-person singular possessive determiner) of or belonging to the speaker or writer

[Καθοριστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "my"
his

(third-person singular possessive determiner) of or belonging to a man or boy who has already been mentioned or is easy to identify

[Καθοριστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "his"
her

(third-person singular possessive determiner) of or belonging to a female human or animal that was previously mentioned or one that is easy to identify

[Καθοριστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "her"
our

(first-person plural possessive determiner) of or belonging to a speaker when they want to talk or write about themselves and at least one other person

[Καθοριστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "our"
their

(third-person plural possessive determiner) of or belonging to people, animals, or things that have already been mentioned or are easy to identify

[Καθοριστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "their"
please

used as a polite way of asking for something or telling somebody to do something

[Επιφώνημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "please"
Mr

a title used before a man's name to address or refer to him politely or formally

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Mr"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek