pattern

Τέχνες και Χειροτεχνίες - Βιομηχανία Τέχνης

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με τη βιομηχανία της τέχνης όπως "atelier", "exhibit" και "patron".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Arts and Crafts
art movement

a tendency in artistic form or style that is shared between a group of artists following the same ideology or aesthetic approach

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "art movement"
art school

any educational institution formed to train individuals in visual or fine arts

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "art school"
art student

someone who is studying art either at a university or any other higher education institution

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "art student"
atelier

a workshop or studio where an artist or a designer works

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "atelier"
auction house

a company in the business of selling items at auction

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "auction house"
collector

someone who gathers things, as a job or hobby

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "collector"
collection

a group of particular objects put together and considered as a whole

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "collection"
connoisseur

an individual who is an expert of art, food, music, etc. and can judge its quality

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "connoisseur"
conservator

an organization or a person who is responsible for preserving, repairing, or restoring works of art, cultural sites, or other types of historical heritage

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conservator"
exhibit

a public event in which objects such as paintings, photographs, etc. are shown

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exhibit"
exhibition

a public event at which paintings, photographs, or other things are shown

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exhibition"
private view

an event in which a selected few are invited to look at an art gallery, watch a movie, etc. before it is open to the public

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "private view"
patron

an individual who financially supports an artist, charity, cause, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "patron"
residency

the period of time during which an artist, composer, musician, etc. is asked to work in a university or another institution

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "residency"
retrospective

a public exhibition of an artist's work over a period of time, showing their career development

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "retrospective"
art dealer

a professional who is responsible for buying and selling artworks or brokering such an exchange

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "art dealer"
art gallery

a building where works of art are displayed for the public to enjoy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "art gallery"
art consultant

a professional who advises clients on acquiring, managing and investing in art

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "art consultant"
appraisal

the act of evaluating someone or something in order to form an opinion or judgment about them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "appraisal"
curator

someone who is in charge of a museum, taking care of a collection, artwork, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "curator"
gallery

a place in which works of art are shown or sold to the public

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gallery"
installation art

a form of modern art that consists of mixed-media assemblages, designed for a specific place and time period

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "installation art"
portfolio

a collection of an artist's, writer's, or creator's work that is used to showcase their skills, experience and suitability for opportunities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "portfolio"
commission

a formal request for an artist to paint, design or compose a piece of art

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "commission"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek