pattern

Βιβλίο Face2Face - Προ-ενδιάμεσο - Ενότητα 7 - 7Β

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 7 - 7Β στο βιβλίο μαθημάτων Face2Face Pre-Intermediate, όπως «αντηλιακό», «τσίχλα», «πακέτο» κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Face2Face - Pre-intermediate
towel

a piece of cloth or paper that you use for drying your body or things such as dishes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "towel"
sunscreen

a cream that is applied to the skin to protect it from the harmful rays of the sun

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sunscreen"
shorts

short pants that end either above or at the knees

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shorts"
soap

the substance we use with water for washing and cleaning our body

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "soap"
sandal

an open shoe that fastens the sole to one's foot with straps, particularly worn when the weather is warm

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sandal"
chewing gum

a substance for chewing with different tastes such as strawberry, mint, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chewing gum"
shaving gel

a product that a person puts on their skin before shaving to make it easier to shave and to keep their skin moisturized

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shaving gel"
swimming costume

a type of clothing worn by people when swimming or participating in water sports

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "swimming costume"
swimming trunks

the shorts men or boys wear to go swimming

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "swimming trunks"
sun hat

a hat with a broad edge that protects the head and the neck from the sun

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sun hat"
toothpaste

a soft and thick substance we put on a toothbrush to clean our teeth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "toothpaste"
toothbrush

a small brush with a long handle that we use for cleaning our teeth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "toothbrush"
boot

a type of strong shoe that covers the foot and ankle and often the lower part of the leg

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boot"
perfume

‌a liquid, typically made from flowers, that has a pleasant smell

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "perfume"
T-shirt

a casual short-sleeved shirt with no collar, usually made of cotton

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "T-shirt"
razor

a sharp-edged tool used for shaving hair off the body or face

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "razor"
sunglasses

dark glasses that we wear to protect our eyes from sunlight or glare

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sunglasses"
insect repellent

a substance that is designed to keep insects away from a person, animal, or area

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "insect repellent"
shampoo

a liquid used to wash one's hair

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shampoo"
tea

a drink we make by soaking dried tea leaves in hot water

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tea"
makeup

any type of substance that one uses to add more color or definition to one's face in order to alter or enhance one's appearance

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "makeup"
piece

a part of an object, broken or cut from a larger one

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "piece"
bottle

a glass or plastic container that has a narrow neck and is used for storing drinks or other liquids

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bottle"
packet

a small bag typically made of paper, plastic, etc., that can contain various things, such as tea, sugar, or spices

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "packet"
tube

a flexible container that is used to store thick liquids

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tube"
bar

an amount of a substance in the shape of a block such as chocolate, soap, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bar"
pair

a set of two matching items that are designed to be used together or regarded as one

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pair"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek