pattern

Ρήματα Πρόκλησης Συναισθημάτων - Ρήματα για πρόκληση σύγχυσης

Εδώ θα μάθετε μερικά αγγλικά ρήματα που αναφέρονται στην πρόκληση σύγχυσης, όπως "baffle", "puzzle" και "stump".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Verbs of Evoking and Feeling Emotions
to confuse

to make someone uncertain or unclear about something, causing them unable to understand it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to confuse"
to puzzle

to confuse someone, often by presenting something mysterious or difficult to understand

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to puzzle"
to baffle

to confuse someone by making something difficult to understand or explain

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to baffle"
to stump

to puzzle or challenge someone, typically by presenting a question or problem that is difficult to answer or solve

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to stump"
to confound

to confuse someone, making it difficult for them to understand or think clearly

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to confound"
to bewilder

to confuse someone, leaving them uncertain

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to bewilder"
to mystify

to puzzle someone by being mysterious or difficult to understand

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to mystify"
to bemuse

to confuse someone, often by being difficult to understand

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to bemuse"
to flummox

to completely confuse someone

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to flummox"
to nonplus

to confuse someone to the point of being unable to proceed or respond

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to nonplus"
to discombobulate

to confuse someone, causing them to feel disoriented or unable to think clearly

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to discombobulate"
to boggle

to overwhelm or astonish someone, especially with something difficult to comprehend or believe

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to boggle"
to befog

to make something unclear or confusing

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to befog"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek