pattern

Απαραίτητο Λεξιλόγιο για την Εξέταση SAT - Δυσκολία και πολυπλοκότητα

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με τη δυσκολία και την πολυπλοκότητα, όπως «elusive», «obstruct», «nuance» κ.λπ. που θα χρειαστείτε για να άσσος τα SAT σας.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Exam Essential Vocabulary
to muddy

to make something unclear or difficult to understand

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to muddy"
to impede

to create difficulty or obstacles that make it hard for something to happen or progress

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to impede"
to repress

to hold back or prevent something from being expressed, developed, or revealed

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to repress"
to disrupt

to cause disorder or disturbance in something that was previously orderly or calm

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to disrupt"
to intervene

to intentionally become involved in a difficult situation in order to improve it or prevent it from getting worse

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to intervene"
to interfere

to disrupt the normal continuation or proper execution of a process or activity

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to interfere"
to sabotage

to intentionally damage or undermine something, often for personal gain or as an act of protest or revenge

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to sabotage"
to hinder

to create obstacles or difficulties that prevent progress, movement, or success

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hinder"
to jam

to create disturbances in electronic signals preventing them from being received

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to jam"
to obstruct

to deliberately create challenges or difficulties that slow down or prevent the smooth advancement or development of something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to obstruct"
ambiguity

the state of being unclear due to multiple possible meanings

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ambiguity"
nuance

a very small and barely noticeable difference in tone, appearance, manner, meaning, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nuance"
severity

the intensity or degree of something challenging or impactful, such as pain, weather conditions, or any adverse circumstance

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "severity"
effortless

done with ease and with little or no exertion required

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "effortless"
demanding

(of a task) needing great effort, skill, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "demanding"
daunting

intimidating, challenging, or overwhelming in a way that creates a sense of fear or unease

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "daunting"
elusive

hard to achieve, find, remember, or define

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "elusive"
straightforward

easy to comprehend or perform without any difficulties

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "straightforward"
elaborate

carefully developed or executed with great attention to detail

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "elaborate"
comprehensible

clear in meaning or expression

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "comprehensible"
enigmatic

confusing and difficult to understand

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enigmatic"
discernible

capable of being seen or observed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "discernible"
digestible

(of information) clear and easy for the audience to understand

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "digestible"
unfathomable

impossible to comprehend

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unfathomable"
imperceptible

impossible or hard to sense or understand

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "imperceptible"
indecipherable

difficult or impossible to understand or interpret

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "indecipherable"
illegible

unable to be read or understood because of poor handwriting or print quality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "illegible"
intricate

having many complex parts or details that make it difficult to understand or work with

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "intricate"
rocky

characterized by difficulty or challenges, often used to describe a situation or experience

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rocky"
obscure

not easily understood

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "obscure"
strenuously

with great effort, energy, or intensity

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "strenuously"
readily

fast or with no difficulty

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "readily"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek