pattern

Μουσική - Τύποι Μουσικών

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με τους διαφορετικούς τύπους μουσικών, όπως "τσελίστας", "βιολιστής" και "σολίστ".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Music
bandsman

a musician who plays in a band, typically referring to a military or brass band

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bandsman"
bassist

a person who plays the bass guitar or double bass

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bassist"
accompanist

a musician who supports others by playing an instrument, providing harmony or rhythm

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "accompanist"
cellist

a person who plays the cello

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cellist"
drummer

someone who plays a drum or a set of drums in a band

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "drummer"
fiddler

a person who plays the violin, especially in folk music

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fiddler"
impressionist

a painter, musician or writer who follows the principles of impressionism

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "impressionist"
instrumentalist

a performer skilled in playing a particular instrument

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "instrumentalist"
keyboardist

a person who plays any instrument with a keyboard, especially an electric piano

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "keyboardist"
one-man band

a performer who plays several instruments simultaneously

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "one-man band"
organist

a musician who plays the organ

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "organist"
pianist

someone who plays the piano, particularly a professional one

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pianist"
piper

a person who plays the musical bagpipe

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "piper"
player

a person who plays a musical instrument professionally

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "player"
saxophonist

someone who plays the saxophone

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "saxophonist"
soloist

a singer or musician who performs alone

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "soloist"
timpanist

a musician who plays the timpani

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "timpanist"
bassoonist

a person who plays the bassoon

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bassoonist"
clarinetist

a person who plays the clarinet

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clarinetist"
trombonist

a person who plays the trombone

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "trombonist"
trumpeter

a person who plays the trumpet or cornet

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "trumpeter"
bugler

a person who plays the bugle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bugler"
guitarist

someone who plays the guitar

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "guitarist"
harpist

a person who plays the harp

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "harpist"
harpsichordist

a person who plays the harpsichord, which is a keyboard instrument

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "harpsichordist"
oboist

a person who plays the oboe

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "oboist"
percussionist

a person who plays percussion instruments, especially in an orchestra

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "percussionist"
concertmaster

the principal musician, typically the lead violinist, in an orchestra who is responsible for leading their section, tuning the group, and acting as a link between the conductor and musicians

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "concertmaster"
busker

a person who performs music in a public place asking the passers-by for money

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "busker"
virtuoso

someone who is highly skilled at playing a musical instrument

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "virtuoso"
first chair

the principal or lead musician of a particular section in an orchestra or ensemble

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "first chair"
flutist

a person who plays the flute

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flutist"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek