pattern

Βιβλίο Headway - Ενδιάμεσο - Ενότητα 10

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 10 στο βιβλίο μαθημάτων Headway Intermediate, όπως "πέφτω έξω", "αναπτύσσομαι", "εξοικονομώ" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Headway - Intermediate
to calculate

to find a number or amount using mathematics

υπολογίζω, λογίζομαι

υπολογίζω, λογίζομαι

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to calculate"
to develop

to change and become stronger or more advanced

αναπτύσσομαι, εξελίσσομαι

αναπτύσσομαι, εξελίσσομαι

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to develop"
to build up

to become more powerful, intense, or larger in quantity

συσσωρεύω, εντείνω

συσσωρεύω, εντείνω

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to build up"
to put up

to place something somewhere noticeable

ανέβασε, τοποθέτησε

ανέβασε, τοποθέτησε

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to put up"
to make up

to create a false or fictional story or information

επινοώ, σκαρφίζομαι

επινοώ, σκαρφίζομαι

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to make up"
to work out

to exercise in order to get healthier or stronger

γυμνάζομαι, ασκώμαι

γυμνάζομαι, ασκώμαι

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to work out"
to end up

to eventually reach or find oneself in a particular place, situation, or condition, often unexpectedly or as a result of circumstances

καταλήγω, καταλήγω σε

καταλήγω, καταλήγω σε

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to end up"
to find out

to get information about something after actively trying to do so

ανακαλύπτω, μαθαίνω

ανακαλύπτω, μαθαίνω

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to find out"
to eat up

to consume completely, especially in reference to food

καταναλώνω, φαίνομαι τελείως

καταναλώνω, φαίνομαι τελείως

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to eat up"
to eat out

to eat in a restaurant, etc. rather than at one's home

τρώω έξω, τρώω σε εστιατόριο

τρώω έξω, τρώω σε εστιατόριο

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to eat out"
to save up

to set money or resources aside for future use

αποταμιεύω, σώζω

αποταμιεύω, σώζω

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to save up"
to sort out

to put or organize things in a tidy or systematic way

τακτοποιώ, διευθετώ

τακτοποιώ, διευθετώ

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to sort out"
to take up

to occupy a particular amount of space or time

καταλαμβάνω, κατέχω

καταλαμβάνω, κατέχω

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to take up"
to fall out

to no longer be friends with someone as a result of an argument

διακόπτω τη φιλία, χωρίζω από φίλο

διακόπτω τη φιλία, χωρίζω από φίλο

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fall out"
to come up with

to create something, usually an idea, a solution, or a plan, through one's own efforts or thinking

συναρμολογώ, επινοώ

συναρμολογώ, επινοώ

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to come up with"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek