pattern

Βιβλίο Summit 1A - Ενότητα 1 - Μάθημα 4

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 1 - Μάθημα 4 στο βιβλίο μαθημάτων Summit 1A, όπως "απρόσεκτος", "ελπιδοφόρος", "ισχυρός" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Summit 1A
careful

giving attention or thought to what we are doing to avoid doing something wrong, hurting ourselves, or damaging something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "careful"
careless

not paying enough attention to what we are doing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "careless"
hopeful

(of a person) having a positive attitude and believing that good things are likely to happen

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hopeful"
hopeless

having no possibility or expectation of improvement or success

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hopeless"
meaningful

having a significant purpose or importance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "meaningful"
meaningless

lacking any significance, value, or purpose

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "meaningless"
painful

causing emotional or physical pain in someone

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "painful"
painless

not involving any pain or discomfort

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "painless"
powerful

possessing great strength or force

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "powerful"
powerless

lacking the ability or authority to influence or control situations

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "powerless"
purposeful

having a clear aim or intention

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "purposeful"
purposeless

lacking a meaningful aim

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "purposeless"
useful

providing help when needed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "useful"
useless

lacking purpose or function, and unable to help in any way

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "useless"
restful

creating a feeling of relief and calmness both physically and mentally

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "restful"
restless

feeling uneasy or nervous

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "restless"
helpful

offering assistance or support, making tasks easier or problems more manageable for others

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "helpful"
helpless

lacking strength or power, often feeling unable to act or influence a situation

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "helpless"
pitiful

deserving of sympathy or disappointment due to being in a poor and unsatisfactory condition

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pitiful"
pitiless

having no sense of mercy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pitiless"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek