pattern

Βιβλίο Four Corners 1 - Ενότητα 9 Μάθημα Γ

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 9 Μάθημα Γ στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 1, όπως «δημιουργώ», «εξέταση», «δάσκαλος» κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 1
to create

to bring something into existence or make something happen

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to create"
website

a group of related data on the Internet with the same domain name published by a specific individual, organization, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "website"
to learn

to become knowledgeable or skilled in something by doing it, studying, or being taught

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to learn"
to drive

to control the movement and the speed of a car, bus, truck, etc. when it is moving

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to drive"
to look for

to expect or hope for something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to look for"
job

the work that we do regularly to earn money

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "job"
study

a detailed and careful consideration and examination

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "study"
exam

a way of testing how much someone knows about a subject

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exam"
Italian

relating to Italy or its people or language

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Italian"
to take

to study a particular subject in school, university, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to take"
dance

a series of rhythmical movements performed to a particular type of music

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dance"
tennis

a sport in which two or four players use rackets to hit a small ball backward and forward over a net

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tennis"
lesson

a part of a book that is intended to be used for learning a specific subject

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lesson"
to tutor

to teach a single student or a few students, often outside a school setting

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to tutor"
student

a person who is studying at a school, university, or college

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "student"
long time no see

used when greeting someone after a long time has passed since one's last encounter with them

[Επιφώνημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "long time no see"
special

different or better than what is normal

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "special"
ringing

a clear, resonant sound, often continuous, produced by a bell or similar device

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ringing"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek