pattern

Βιβλίο Insight - Στοιχειώδης - Μονάδα 1 - 1C

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 1 - 1Γ στο βιβλίο μαθημάτων Insight Elementary, όπως "διάλειμμα", "ρολόι", "μοντέρνο" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Insight - Elementary
break

a rest from the work or activity we usually do

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "break"
assembly

a group of people who come together regularly to achieve a particular goal

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "assembly"
registration

the act of putting the name or information of someone on an official list

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "registration"
school

a place where children learn things from teachers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "school"
subject

a branch or an area of knowledge that we study at a school, college, or university

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "subject"
art

the use of creativity and imagination to express emotions and ideas by making things like paintings, sculptures, music, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "art"
citizenship

the legal status of being a member of a certain country

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "citizenship"
chair

furniture with a back and often four legs that we can use for sitting

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chair"
clock

a device used to measure and show time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clock"
desk

furniture we use for working, writing, reading, etc. that normally has a flat surface and drawers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "desk"
diary

a book or journal in which one records personal experiences, thoughts, or feelings on a regular basis, usually on a daily basis

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diary"
dictionary

a book or electronic resource that gives a list of words in alphabetical order and explains their meanings, or gives the equivalent words in a different language

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dictionary"
door

the thing we move to enter, exit, or access a place such as a vehicle, building, room, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "door"
exercise

a series of questions in a book set to test one's knowledge or skill

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exercise"
book

a set of printed pages that are held together in a cover so that we can turn them and read them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "book"
folder

a cover made of plastic or folded card in which documents or pieces of paper can be kept

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "folder"
glue

a substance that is used to stick things to each other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "glue"
interactive

describing the constant passage of data between a computer or other device and a user

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "interactive"
whiteboard

a large board with a smooth white surface that we can write on, especially used for teaching or presentations

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "whiteboard"
map

an image that shows where things like countries, seas, cities, roads, etc. are in an area

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "map"
pen

an instrument for writing or drawing with ink, usually made of plastic or metal

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pen"
pencil

a tool with a slim piece of wood and a thin, colored part in the middle, that we use for writing or drawing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pencil"
pencil case

a box that is used for holding pencils, pens, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pencil case"
pencil sharpener

a handheld tool with a small blade inside, used for sharpening pencils

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pencil sharpener"
poster

a large printed picture or notice, typically used for advertising or decoration

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "poster"
rubber

a small tool that is used to remove the marks of a pencil from a piece of paper

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rubber"
ruler

a straight, flat tool typically made of wood, plastic, or metal, used for measuring and drawing straight lines

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ruler"
sheet of paper

a thin and flat material made from wood pulp or other fibers that is commonly used for writing or printing

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sheet of paper"
schoolbag

a bag that children use to carry their books and other belongings to school

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "schoolbag"
scissors

a tool used to cut paper, cloth, etc. with two handles and two sharp edges, joined in the middle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scissors"
student

a person who is studying at a school, university, or college

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "student"
teacher

someone who teaches things to people, particularly in a school

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "teacher"
textbook

a book used for the study of a particular subject, especially in schools and colleges

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "textbook"
window

a space in a wall or vehicle that is made of glass and we use to look outside or get some fresh air

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "window"
design and technology

a school subject in England that involves teaching students the skills and knowledge to design, create and evaluate products and systems using a range of materials and technologies

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "design and technology"
drama

a play that is performed in a theater, on TV, or radio

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "drama"
English

the most common language in the world, originating in England but also the official language of America, Canada, Australia, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "English"
geography

the scientific study of the physical features of the Earth and its atmosphere, divisions, products, population, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "geography"
history

the study of past events, especially as a subject in school or university

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "history"
modern

related to the most recent time or to the present time

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "modern"
language

the system of communication by spoken or written words, that the people of a particular country or region use

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "language"
music

a series of sounds made by instruments or voices, arranged in a way that is pleasant to listen to

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "music"
physical education

sport, physical exercise, and games that are taught as a subject in schools

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "physical education"
religious education

a form of education that focuses on teaching about a specific religion or set of religious beliefs, practices, and values.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "religious education"
science

knowledge about the structure and behavior of the natural and physical world, especially based on testing and proving facts

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "science"
classroom

a room that students are taught in, particularly in a college, school, or university

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "classroom"
item

a distinct thing, often an individual object or entry in a list or collection

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "item"
bin

a container, usually with a lid, for putting waste in

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bin"
blackboard

a large board with a smooth dark surface that is written on with chalk in schools

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "blackboard"
calculator

a small electronic device or software used to do mathematical operations

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "calculator"
mathematics

the study of numbers and shapes that involves calculation and description

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mathematics"
information technology

a field of science that deals with the use or study of electronic devices and processes in which data is stored, created, modified, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "information technology"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek