pattern

Επίθετα Κοινωνικών Ανθρώπινων Χαρακτηριστικών - Επίθετα Κοινωνικής Κατάστασης

Αυτά τα επίθετα περιγράφουν τη θέση, την κατάταξη ή τη θέση των ατόμων σε μια κοινωνική ιεραρχία ή σύστημα.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Adjectives of Social Human Attributes
royal

associated with kings, queens, or monarchies

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "royal"
noble

belonging to the highest social or political class

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "noble"
sovereign

possessing the highest level of authority or control

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sovereign"
privileged

having special advantages or opportunities that are not available to everyone

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "privileged"
supreme

having the highest position or rank

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "supreme"
respected

admired and valued by others for one's qualities, achievements, or actions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "respected"
honored

highly regarded or respected for one's achievements, qualities, or contributions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "honored"
respectable

worthy of esteem or admiration due to good character, behavior, or achievements

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "respectable"
esteemed

highly respected, admired, or valued by others for one's qualities, achievements, or contributions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "esteemed"
venerable

worthy of great respect due to age, wisdom, or character

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "venerable"
civilian

relating to a person who is not a member of the military or police force and does not hold an official position in the government

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "civilian"
middle-class

relating to individuals or families with moderate income and lifestyle situated between the wealthy and lower-income groups

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "middle-class"
upper-class

relating to those with the highest level of wealth and social status in society

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "upper-class"
working-class

relating to individuals or families who work in manual or non-managerial jobs, usually earning modest incomes and facing financial challenges

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "working-class"
preeminent

surpassing others in quality, distinction, or importance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "preeminent"
enslaved

held against one's will and forced to work without freedom or rights, often enduring mistreatment and exploitation

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enslaved"
aristocratic

reflecting the traits or lifestyle of the nobility, marked by elegance and high social status

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aristocratic"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek