pattern

Επίθετα Κοινωνικών Ανθρώπινων Χαρακτηριστικών - Επίθετα Διαπροσωπικών Σχέσεων

Τα επίθετα διαπροσωπικών σχέσεων περιγράφουν τις ιδιότητες και τη δυναμική που υπάρχουν μεταξύ των ατόμων, μεταφέροντας σχέσεις όπως οικογενειακές, φιλικές ή ρομαντικές.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Adjectives of Social Human Attributes
engaged

having formally agreed to marry someone

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "engaged"
married

having a wife or husband

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "married"
separated

not living with one's spouse or partner anymore

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "separated"
divorced

no longer married to someone due to legally ending the marriage

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "divorced"
widowed

referring to an individual whose spouse has died and who has not remarried

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "widowed"
adoptive

(of a child or parent) related through adoption

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "adoptive"
single

not in a relationship or marriage

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "single"
committed

involved in or relating to a long-term relationship

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "committed"
attached

emotionally and physically involved with someone on an intimate level,

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "attached"
platonic

(of a relationship) characterized by emotional closeness without romantic or sexual elements

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "platonic"
intimate

(of people) having a very close relationship

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "intimate"
foster

giving or receiving nurturing and parental care, even without blood or legal relations

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "foster"
maiden

describing an unmarried girl or woman

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "maiden"
cohabitating

living together and sharing a home, typically referring to unmarried couples in a romantic relationship

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cohabitating"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek